Ανησυχία προκαλούν τα αυξανόμενα περιστατικά πυρκαγιών που εκδηλώνονται στη χώρα μας από τις αρχές κιόλας του Απριλίου. Ενόψει της θερινής περιόδου, σε συνέντευξη στο iefimerida.gr του πυρομετεωρολόγου Θοδωρή Γιάνναρου, ο οποίος ανέφερε μεταξύ άλλων πως βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα.
Υπενθυμίζεται ότι το περασμένο Σάββατο (6/4) το Πυροσβεστικό Σώμα κλήθηκε να αντιμετωπίσει 71 πυρκαγιές μέσα σε 12 ώρες, ενώ μέχρι και αύριο, Τρίτη (9/4), οι Αρχές παραμένουν σε επιφυλακή -λόγω των ευνοϊκών συνθηκών που υπάρχουν για εκδήλωση πυρκαγιάς- σε Βόρειο Αιγαίο, Αττική, Βοιωτία, Κυκλάδες, Κρήτη και νοτιοανατολική Πελοπόννησο.
«Η εκδήλωση πυρκαγιών δεν συνδέεται απαραίτητα με τις πυρομετεωρολογικές συνθήκες. Οι φωτιές εκδηλώνονται κατά κύριο λόγο από ανθρώπινο χέρι. Ωστόσο, οι συνθήκες μπαίνουν στο παιχνίδι λόγω του ότι η άνοδος των θερμοκρασιών και οι άνυδροι χειμώνες διαμορφώνουν ένα πρόσφορο περιβάλλον για την εκδήλωση πυρκαγιάς. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε», σχολίασε χαρακτηριστικά ο εντεταλµένος ερευνητής στο Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος & Βιώσιµης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών.
Είναι χαρακτηριστικό -σύμφωνα με το meteo.gr του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών- ότι ο Μάρτιος του 2024 ήταν ο πιο θερμός τα τελευταία 15 χρόνια στην Κεντρική και Νότια Ελλάδα.
Νωρίτερα φέτος η «πρεμιέρα» της αντιπυρικής περιόδου;
Εύλογα, λοιπόν, δημιουργείται το ερώτημα για το εάν θα έπρεπε να καταρτιστεί ένα νέο πλάνο, ένας νέος προγραμματισμός που θα περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου νωρίτερα από την 1η Μαΐου.
«Θα είχε νόημα να επεκταθεί η διάρκεια της αντιπυρικής περιόδου, ωστόσο πρόκειται για μια διαδικασία που απαιτεί μελέτη συγκεκριμένων στοιχείων προκειμένου να ληφθούν οι όποιες αποφάσεις», λέει ο κ. Γιάνναρος, στέλνοντας παράλληλα το μήνυμα πως θα πρέπει να βρισκόμαστε σε επιφυλακή, αφού οι καιρικές συνθήκες αποτελούν έναν από τους παράγοντες με τη μεγαλύτερη επίδραση στην εξάπλωση και στη συμπεριφορά των δασικών πυρκαγιών.
Όσον αφορά το τι περιμένουμε τους θερινούς μήνες, ο κ. Γιάνναρος αναφέρει: «Δεν μπορούμε να κάνουμε πρόγνωση για το καλοκαίρι. Αυτό που ανησυχεί περισσότερο είναι το ότι οι συνθήκες, όσο φτάνουμε προς εκείνη την περίοδο του χρόνου, θα είναι ακόμα πιο ευνοϊκές για πυρκαγιές: υψηλές θερμοκρασίες, έλλειψη υγρασίας και ανομβρία. Δεν μπορούμε, όμως, να έχουμε ακόμα σαφή εικόνα».
Πώς ο καιρός επηρεάζει τις δασικές πυρκαγιές
Σε παλαιότερη ανάλυσή του με βίντεο στο flame.meteo.gr, ο κ. Γιάνναρος είχε αναφερθεί εκτενώς στο πώς ο καιρός μπορεί να έχει κομβικό ρόλο στις μεγάλες δασικές πυρκαγιές.
«Ο καιρός αποτελεί έναν από τους περιβαλλοντικούς παράγοντες με τη μεγαλύτερη επίδραση στην εξάπλωση και στη συμπεριφορά των δασικών πυρκαγιών. Οι μετεωρολογικές συνθήκες που επικρατούν σε μια περιοχή επηρεάζουν την ένταση και την έκταση των δασικών πυρκαγιών και, συνεπώς, το πόσο επικίνδυνες μπορούν να γίνουν για τον άνθρωπο και το φυσικό περιβάλλον. Όταν η θερμοκρασία είναι υψηλή, η υγρασία χαμηλή και έχει περάσει καιρός από την τελευταία σημαντική βροχή, τότε η δασική βλάστηση ξεραίνεται και καθίσταται εύφλεκτη. Σε περίπτωση που εκδηλωθεί πυρκαγιά, η παρουσία ισχυρών ανέμων ενισχύει τις φλόγες και καθοδηγεί την εξάπλωσή της. Απότομες αλλαγές στη διεύθυνση και στην ένταση των ανέμων μπορεί να οδηγήσουν σε απρόβλεπτη και επικίνδυνη συμπεριφορά. Πάνω από την πυρκαγιά ο άνεμος μπορεί να μεταφέρει καύτρες σε μεγάλες αποστάσεις, οδηγώντας έτσι στην έναρξη νέων εστιών και επιταχύνοντας ουσιαστικά τον ρυθμό εξάπλωσης της πυρκαγιάς. Οι μεγάλες δασικές πυρκαγιές μπορούν, επίσης, να δημιουργήσουν τον δικό τους καιρό. Αυτό συμβαίνει όταν η ένταση της καύσης είναι μεγάλη και ο άνεμος πνέει με μικρές εντάσεις. Κάτω από αυτές τις συνθήκες τα τεράστια ποσά θερμότητας που εκλύονται από την καύση επιτρέπουν στη φωτιά να συνδεθεί με την ατμόσφαιρα, οδηγώντας τελικά στη δημιουργία πυρονεφών».
Οι περιοχές που κινδυνεύουν περισσότερο
Τέλος, απαντώντας σε ερώτημα του iefimerida.gr για το ποιες γεωγραφικά περιοχές κινδυνεύουν περισσότερο, ο κ. Γιάνναρος τόνισε χαρακτηριστικά: «Τα ανατολικά και τα ηπειρωτικά, ωστόσο κατά τη γνώμη μου χρειάζεται προσοχή στην κεντρική και βόρεια χώρα, καθώς ο ρυθμός αύξησης της θερμοκρασίας είναι συχνά υψηλότερος».