του Νίκου Νικολόπουλου
Η Ελλάδα βιώνει σήμερα τις συνέπειες μιας αποτυχημένης εξωτερικής πολιτικής, εγκλωβισμένης σε λανθασμένες επιλογές, χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό και χωρίς ουσιαστική επιρροή στις διεθνείς εξελίξεις. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αντί να κινηθεί με σύνεση και διπλωματική ευελιξία, παραχώρησε αμαχητί το δικαίωμα της χώρας να είναι συνδιαμορφωτής των γεγονότων, μετατρέποντάς την σε παθητικό θεατή με τεράστιο κόστος για τον ελληνικό λαό.
Διπλωματικός αποκλεισμός και διεθνής ανυποληψία
Η Ελλάδα, παρά τις μεγάλες θυσίες της στον πόλεμο της Ουκρανίας—οικονομικές, στρατιωτικές και πολιτικές—βρίσκεται εκτός κρίσιμων συνομιλιών. Δεν εκλήθη στη διάσκεψη του Λονδίνου για την Ουκρανία, δεν συμμετείχε στη διάσκεψη του Παρισιού για την ευρωπαϊκή ασφάλεια και δεν έχει ουσιαστικό ρόλο στις εξελίξεις που αφορούν την περιοχή μας. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει την αποτυχία της κυβέρνησης να εξασφαλίσει τα εθνικά συμφέροντα, παρά το υψηλό κόστος που έχει πληρώσει η χώρα σε αυτόν τον πόλεμο.
Η Ελλάδα πλήρωσε ακριβά, αλλά έμεινε εκτός
Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη έσπευσε να υιοθετήσει την πιο επιθετική στάση απέναντι στη Ρωσία, στέλνοντας στρατιωτικό εξοπλισμό από τις πρώτες χώρες στην Ε.Ε., χωρίς καν να υπολογίσει το γεωπολιτικό και οικονομικό κόστος.
Η χώρα μας:
• Έχασε πάνω από 1 δισ. ευρώ από τη διακοπή των Ρώσων τουριστών.
• Χρωστάει περίπου 1 δισ. ευρώ στη GAZPROM, ενώ πλήττεται από ακριβό ενεργειακό κόστος.
• Βρίσκεται στην κορυφή της Ευρώπης σε ακρίβεια σε τρόφιμα, καύσιμα και ηλεκτρικό ρεύμα, ως άμεση συνέπεια της βιαστικής και μονόπλευρης εμπλοκής της στον πόλεμο.
Η εξωτερική πολιτική δεν είναι πεδίο για ερασιτεχνισμούς και τυχοδιωκτισμούς. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας απέτυχε να διαβάσει τις διεθνείς ισορροπίες, στοιχηματίζοντας όλα της τα χαρτιά σε μια αμερικανική κυβέρνηση, χωρίς να εξασφαλίσει διαύλους επικοινωνίας με όλες τις πλευρές. Σήμερα, η Ελλάδα δεν έχει καμία ουσιαστική πρόσβαση στις αμερικανικές αποφάσεις, ενώ η Ουάσιγκτον προσανατολίζεται στην αναβάθμιση της Τουρκίας, την οποία προβάλλει ως δήθεν “ειρηνοποιό δύναμη”.
Η Τουρκία γίνεται ρυθμιστής – Η Ελλάδα στο περιθώριο
Την ίδια στιγμή, η Τουρκία, μια χώρα που συνεχώς προκαλεί την Ελλάδα, έχει καταφέρει να παρουσιάζεται ως “ουδέτερος διαμεσολαβητής”. Φιλοξένησε συνομιλίες για την κατάπαυση του πυρός, προωθεί την εικόνα της ως αξιόπιστος συνομιλητής, και τώρα ο Ζελένσκι της ζητά να εγγυηθεί την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας!
Αντίθετα, η Ελλάδα, που θα έπρεπε να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στις ευρωπαϊκές διαπραγματεύσεις, βρίσκεται εκτός κάθε ουσιαστικής διαδικασίας. Αυτό αποδεικνύει ότι η πολιτική του “πιστού συμμάχου” που ακολουθεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν εξασφαλίζει τα ελληνικά συμφέροντα, αλλά τα υπονομεύει.
Απώλεια εθνικής κυριαρχίας και απουσία στρατηγικού σχεδίου
Η εξωτερική πολιτική δεν μπορεί να ασκείται με όρους δημοσίων σχέσεων και εντυπώσεων. Χρειάζεται σχεδιασμό, διορατικότητα και, πάνω απ’ όλα, εθνική στρατηγική. Το διακύβευμα δεν είναι απλά η διεθνής εικόνα της Ελλάδας, αλλά η ίδια η εθνική κυριαρχία και ασφάλεια.
Ο Νίκος Νικολόπουλος και οι Έλληνες Χριστιανοδημοκράτες έχουν ξεκάθαρη θέση: Η Ελλάδα πρέπει να επανακτήσει τη φωνή της στις διεθνείς εξελίξεις. Δεν μπορεί να είναι μια χώρα που απλά ακολουθεί, χωρίς σχέδιο, χωρίς όραμα, χωρίς ρόλο.
Η επόμενη κυβέρνηση πρέπει να εγκαταλείψει την επικίνδυνη στρατηγική της τυφλής υποταγής και να υιοθετήσει μια εξωτερική πολιτική πολυδιάστατη, με στόχο την προστασία των εθνικών μας συμφερόντων και όχι την εξυπηρέτηση ξένων επιδιώξεων.
Η Ελλάδα δεν μπορεί να συνεχίσει να πορεύεται χωρίς στρατηγική, χωρίς σχέδιο, χωρίς φωνή. Χρειάζεται μια νέα εθνική στρατηγική, με δυναμική διπλωματία, αυτονομία στις αποφάσεις και πραγματική υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων.
Διαφορετικά, θα παραμείνει θεατής των εξελίξεων, ενώ άλλοι θα καθορίζουν το μέλλον της.