Οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Ηνωμένου Βασιλείου και ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ θα συναντηθούν στις 3 Φεβρουαρίου στο Βέλγιο, για μια έκτακτη σύνοδο, αφιερωμένη στην ευρωπαϊκή άμυνα, ανακοίνωσε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα. Η σύνοδος αυτή, με τη συμμετοχή του γγ του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε, θα διεξαχθεί δύο εβδομάδες αφού αναλάβει τα καθήκοντά του ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ.
Η στάση που θα τηρήσει η επόμενη αμερικανική κυβέρνηση σε ό,τι αφορά τη στήριξη στην Ουκρανία, στον πόλεμό της με τη Ρωσία, είναι ένα θέμα που ανησυχεί έντονα τους Ευρωπαίους και το ΝΑΤΟ. «Πιστεύω ότι συμμεριζόμαστε τις ίδιες ανησυχίες για τις απειλές που αντιμετωπίζει η Ευρώπη», ανέφερε ο Κόστα στην επιστολή του προς τους ηγέτες, κάνοντας λόγο για τον πόλεμο στην Ουκρανία και την κατάσταση στη Μέση Ανατολή. Η σύνοδος θα διεξαχθεί στον Πύργο Λιμόν, που απέχει περίπου 20 χιλιόμετρα από τη Λιέγη.
Σύμφωνα με τον Κόστα, «σκοπός αυτής της συνάντησης είναι να προετοιμάσουμε το έδαφος για τις αποφάσεις που θα πρέπει να λάβουμε και να παράσχουμε καθοδήγηση στην Επιτροπή και την Ύπατη Εκπρόσωπο καθώς προετοιμάζουν μια λευκή βίβλο για το μέλλον της ευρωπαϊκής άμυνας, η οποία θα καλύπτει τις κοινές αμυντικές πρωτοβουλίες και τους πόρους που απαιτούνται για την ανάπτυξή τους».
Ο ίδιος προσθέτει, ότι «η αύξηση των επενδύσεων στον τομέα της άμυνας πρέπει επίσης να συμβάλει στην ενίσχυση της συνολικής οικονομικής ανταγωνιστικότητας και συνοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω ενός βιομηχανικού τομέα ικανού να αναπτύξει την τεχνολογική του αριστεία σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση και να συμβάλει στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Ο στόχος της ενίσχυσης της ευρωπαϊκής άμυνας θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε όλες τις σχετικές πολιτικές της Ένωσης».
Σημειώνει επίσης, ότι «προκειμένου να προετοιμάσουμε τα επόμενα βήματα, θα πρότεινα να επικεντρώσουμε τη συζήτησή μας στα ακόλουθα θέματα:
- Ποιες θα πρέπει να είναι – και πώς θα τις ορίσουμε – οι αμυντικές ικανότητες που πρέπει να αναπτύξουμε κατά προτεραιότητα με συνεργατικό τρόπο, λόγω της σημασίας τους για τη συλλογική ασφάλεια της ΕΕ;
- Συμφωνούμε να ξοδεύουμε περισσότερα και καλύτερα από κοινού; Πώς μπορούμε να επιταχύνουμε την κινητοποίηση της ιδιωτικής χρηματοδότησης και μέσω ποιων μέσων της ΕΕ; Πώς μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε καλύτερα τον προϋπολογισμό της ΕΕ, βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα; Υπό το πρίσμα των σημαντικών χρηματοδοτικών αναγκών, ποιες πρόσθετες κοινές επιλογές μπορούν να εξεταστούν;
- Πώς μπορούμε να ενισχύσουμε και να εμβαθύνουμε περαιτέρω τις υφιστάμενες εταιρικές σχέσεις; Ποιοι πρέπει να είναι οι στόχοι και οι προτεραιότητές μας με τους ευρωπαίους εταίρους εκτός ΕΕ;»