Το έκτο σας πεζογραφικό έργο με τίτλο «Δευτέρα παρουσία» κυκλοφόρησε τον Ιούνιο από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Πείτε μας λίγα λόγια για αυτό.
Η ιστορία του βιβλίου λαμβάνει χώρα σε μια κατοικημένη πόλη η οποία βομβαρδίζεται. Μια εγγονή και μια γιαγιά βρίσκονται μόνες στο άδειο σαλόνι του σπιτιού τους. Η έφηβη προτείνει να φύγουν, να βρουν καταφύγιο. Η γιαγιά αρνείται. Η Άννα επιμένει. Διαπιστώνει ότι τα πόδια της Όλγας έχουν παραλύσει. Τότε, η εγγονή παίρνει τη γιαγιά στην πλάτη και βγαίνουν από το σπίτι.
Η Όλγα πάνω στην Άννα, η Άννα κάτω από την Όλγα, οι δύο γυναίκες σαν ένα σώμα θα έρθουν αντιμέτωπες με την αποσύνθεση ενός κόσμου, με σκιές και αγρίμια με αποκριάτικες μάσκες, με παρένθετες μητέρες και καταφύγια φυλακές, με παιδομάζωμα και με κάθε λογής όμορφα πλάσματα προσπαθώντας να επιζήσουν.
Πρόκειται για μια ιστορία επιβίωσης σε μια βομβαρδιζόμενη χώρα, για μια περιπέτεια ενηλικίωσης στις φλόγες του πολέμου, για έναν αγώνα διεκδίκησης των πλέον δεδομένων, του νερού, της τροφής, της στέγης, της ασφάλειας, της αγάπης και κάποιων όχι και τόσο αυτονόητων, της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης, της ειρήνης, της ίδιας της ζωής.
Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου σημειώνετε πως το εν λόγω μυθιστόρημα είναι εμπνευσμένο από αληθινά γεγονότα που συνέβησαν κατά τη διάρκεια του πολέμου Ρωσίας – Ουκρανίας και κατά τη διάρκεια βομβαρδισμών κατοικημένων πόλεων όπως στη Λωρίδα τη Γάζας και σε άλλα σημεία του πλανήτη. Πώς προέκυψε αυτό;
Με αναστατώνουν και με εξοργίζουν οι βομβαρδισμοί κατοικημένων πόλεων σε όλο τον κόσμο. Παρακολουθώντας την περίπτωση των επιθέσεων στην Ουκρανία και στη Λωρίδας της Γάζας, οι εικόνες με συγκλόνισαν. Αυτό αποτέλεσε το έναυσμα και το υλικό για το πρώτο μέρος του βιβλίου όπου η εγγονή με τη γιαγιά στη ράχη προσπαθούν να βρουν καταφύγιο στη βομβαρδιζόμενη πόλη. Ταυτόχρονα, έπεσαν στην αντίληψή μου βίντεο από το καταφύγιο μιας εταιρείας με παρένθετες μητέρες στο Κίεβο όπου συνεχίζεται η παραγωγή μωρών «κατά παραγγελία» καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Αυτό μου έγινε (τρόπον τινά) εμμονή. Έψαξα όλες τις πληροφορίες που υπήρχαν στο διαδίκτυο (και ήταν απρόσμενα πολλές) και έγραψα το δεύτερο μέρος του βιβλίου όπου η εγγονή με τη γιαγιά βρίσκονται «αιχμάλωτες» στο καταφύγιο με τις παρένθετες γυναίκες. Στο τρίτο μέρος στο οποίο οι ηρωίδες προσπαθούν να φτάσουν στα σύνορα, λειτούργησε η έρευνα και μια απελευθερωμένη (εντελώς) φαντασία.
Ο τίτλος του βιβλίου «Δευτέρα παρουσία» έχει αλληγορικό χαρακτήρα;
Ο τίτλος δεν έχει άμεση σχέση με το βιβλικό περιεχόμενο στο οποίο παραπέμπει, αν και μας κλείνει το μάτι. Αναφέρεται στις στιγμές που οι άνθρωποι έχουν μια δεύτερη ευκαιρία, μια δεύτερη παρουσία στη ζωή μετά από κάποια δυσκολία, μετά από μια μεταμορφωτική εμπειρία, μετά από έναν αγώνα επιβίωσης.
Ποια είναι τα κεντρικά θέματα που αναδεικνύονται στην ιστορία;
Το εν λόγω βιβλίο είναι σαφώς αντιπολεμικό. Θέτει ερωτήματα όπως τα ακόλουθα… Υπάρχει «πολιτισμένος» πόλεμος; Υπάρχει δικαιολογία για μια γενοκτονία; Πώς συντελείται στη ζωή μας «δευτέρα παρουσία»;
Επιπλέον, το εν λόγω μυθιστόρημα είναι καταγγελτικό όσον αφορά στην εμπορευματοποίηση του ανθρώπινου σώματος. Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, η εγγονή και η γιαγιά υπόκεινται σε μια άτυπη αιχμαλωσία στο καταφύγιο μιας εταιρείας με παρένθετες μητέρες όπου γίνεται εκμετάλλευση του γυναικείου σώματος, εμπόριο μωρών, ωαρίων, ανθρώπινων οργάνων, πειραματικών θεραπειών και φαρμάκων αποκομίζοντας τεράστια χρηματικά οφέλη.
Το βιβλίο έχει ευδιάκριτο αντιρατσιστικό χαρακτήρα όσον αφορά στους ηλικιωμένους, τους ανθρώπους με αναπηρίες, τους πρόσφυγες, τους «αδύναμους», τους «διαφορετικούς».
Σίγουρα πρόκειται για ένα φεμινιστικό λογοτεχνικό έργο στο οποίο κατακρίνονται οι διακρίσεις, η πατριαρχία, η έμφυλη βία. Η εγγονή με τη γιαγιά στην πλάτη, το νέο ζωντανό «διττό σώμα» λειτουργεί αλληγορικά, γίνεται σύμβολο των αγωνιζόμενων γυναικών για έναν καλύτερο, ισότιμο και πιο ελεύθερο κόσμο για όλες τις θηλυκότητες.
Ως εκ τούτου, η «Δευτέρα παρουσία» είναι ένα ανθρωπιστικό βιβλίο το οποίο πραγματεύεται τη σημασία της αλληλεγγύης, της αλληλοβοήθειας, της δικαιοσύνης, της ειρήνης. Μέσα στον ζόφο του πολέμου και του θανάτου, ανθίζει ένας έρωτας ανάμεσα στην εγγονή και σε ένα αγόρι που φοράει αποκριάτικη μάσκα πάπιας και πασχίζει να επιβιώσει στη βομβαρδιζόμενη πόλη. Ο αναγνώστης έρχεται αντιμέτωπος με το σκοτάδι που αμβλύνεται πάντα από το φως, από μια αισιόδοξη ματιά για ένα καλύτερο μέλλον.