Ο Εκπρόσωπος Τύπου του Κινήματος Δημοκρατίας και ανεξάρτητος βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης Μιχάλης Χουρδάκης παραχώρησε αποκλειστική συνέντευξη στο The Leader στον δημοσιογράφο Κωνσταντίνο Καλόγηρο, όπου παρουσιάζει τη φιλοσοφία και τις προτεραιότητες του κόμματος.
Στη συζήτηση αναδεικνύει τη σημασία της διαφάνειας, της θεσμικής αξιοπρέπειας και της επιστροφής της Δημοκρατίας στους πολίτες.
Η συνέντευξη καλύπτει κρίσιμα θέματα για την πολιτική σκηνή, την Υγεία, την ακρίβεια, το δημογραφικό και τα προβλήματα της Θεσσαλονίκης, με έμφαση στην ουσιαστική λύση και τη συλλογική υπευθυνότητα.
Ποια είναι η βασική πολιτική φιλοσοφία του Κινήματος Δημοκρατίας; Τι σας έπεισε να αναλάβετε τον ρόλο του Εκπροσώπου Τύπου;
Η φιλοσοφία του Κινήματος Δημοκρατίας θεμελιώνεται στην ιδέα της ευθύνης. Όχι μόνο της ευθύνης απέναντι στο Σύνταγμα και στους θεσμούς, αλλά της ευθύνης απέναντι στην ίδια την κοινωνία, που επί χρόνια αισθάνεται ότι η πολιτική έχει αποκοπεί από τη ζωή της. Η Δημοκρατία μας χρειάζεται μια νέα θεσμική αυτοπεποίθηση. Δεν μπορεί να συνεχίσει να πορεύεται με όρους επικοινωνίας και προσωπολατρίας. Χρειάζεται αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, διαφάνεια και σεβασμό στον πολίτη.
Αυτό που με έπεισε να αναλάβω τον ρόλο του Εκπροσώπου Τύπου είναι ακριβώς αυτή η απελευθερωτική διάσταση του Κινήματος. Ότι δεν οφείλει τίποτα σε συμφέροντα και ότι μπορεί να πει τα πράγματα με το όνομά τους, καθώς λειτουργεί εκτός του φαύλου κύκλου των εξαρτήσεων. Η πολιτική δεν είναι επάγγελμα, είναι μια προσωρινή αποστολή, με ευθύνη και ηθικό βάρος. Εγώ είμαι καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και αυτή την περίοδο «κάνω» και τον βουλευτή. Και το λέω έτσι, γιατί αυτό ακριβώς πιστεύω: Η πολιτική δεν πρέπει να γίνει επάγγελμα για κανέναν. Είναι υπηρεσία, όχι σταδιοδρομία. Αυτό προσπαθούμε στο Κίνημα Δημοκρατίας να επαναφέρουμε ως αντίληψη, να ξαναγίνει δηλαδή η Δημοκρατία υπόθεση των πολιτών και όχι των μηχανισμών.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το Κίνημα Δημοκρατίας κερδίζει το στοίχημα της εισόδου στην Ελληνική Βουλή. Γιατί ο πολίτης να επιλέξει να ψηφίσει εσάς και όχι ένα άλλο κόμμα της αριστεράς ή του κέντρου; Τι σας διαφοροποιεί από τα υπόλοιπα κόμματα του κέντρου και της αριστεράς;
Οι πολίτες έχουν κουραστεί από τις ταμπέλες και τις προσποιητές «μετατοπίσεις». Το Κίνημα Δημοκρατίας δεν ψάχνει να τοποθετηθεί ανάμεσα σε δεξιά, κέντρο ή αριστερά. Ψάχνει να ξαναδώσει περιεχόμενο στη Δημοκρατία.
Ο πολίτης μάς επιλέγει, γιατί βλέπει ανθρώπους που δεν του μιλούν αφ’ υψηλού, που δεν κρύβουν τις δυσκολίες αλλά πιστεύουν ότι η αλλαγή προκύπτει μέσα από τη σοβαρότητα και τη λογοδοσία, όχι από τα συνθήματα. Η διαφορά μας με τα υπόλοιπα κόμματα είναι ότι δεν έχουμε ανάγκη να υποδυθούμε κάτι. Δεν προσποιούμαστε πως είμαστε «νέοι», αλλά ούτε επαναλαμβάνουμε τις ίδιες πρακτικές. Δεν λέμε «όχι σε όλα» για να επιβιώσουμε πολιτικά, ούτε «ναι σε όλα» για να είμαστε αρεστοί.
Το Κίνημα Δημοκρατίας εκφράζει μια πολιτική ενηλικίωση. Τη μετάβαση από τον θυμό και την απογοήτευση, στη συγκρότηση και τη συνέπεια.
Θέλουμε να είμαστε η φωνή των πολιτών που δεν ταυτίζονται με το υπάρχον πολιτικό σύστημα αλλά δεν παραιτούνται από τη Δημοκρατία. Και για αυτό είμαι βέβαιος ότι το Κίνημα Δημοκρατίας θα είναι η ευχάριστη έκπληξη των επόμενων εκλογών, διότι φέρνει πίσω στην πολιτική την αλήθεια, τη σοβαρότητα και τη συλλογική αξιοπρέπεια.
Οι πιθανότητες αυτοδυναμίας του πρώτου κόμματος είναι λίγες. Σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας, θα συμμετέχετε σε πιθανές διεργασίες συνασπισμού συγκυβέρνησης; Αν ναι, ποιες οι κόκκινες γραμμές που θα θέσει το Κίνημα Δημοκρατίας;
Η απάντηση είναι ξεκάθαρη: δεν είμαστε κόμμα συναλλαγών, είμαστε κόμμα αρχών. Δεν πρόκειται να συμμετάσχουμε σε κυβέρνηση που θα χρησιμοποιεί το Κίνημα Δημοκρατίας ως «διακοσμητικό στοιχείο» για να νομιμοποιήσει πολιτικές φθοράς. Αν, όμως, υπάρξει ειλικρινής βούληση για θεσμική ανασύνταξη, τότε θα σταθούμε με υπευθυνότητα.
Οι κόκκινες γραμμές μας είναι γνωστές και μη διαπραγματεύσιμες:
– Η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις ή εκβιασμούς.
– Η διαφάνεια στη διαχείριση του δημόσιου χρήματος και των ευρωπαϊκών κονδυλίων.
– Η αξιοκρατία στη δημόσια διοίκηση, με αξιολόγηση και λογοδοσία.
– Και πάνω από όλα, η επιστροφή του κράτους στον πολίτη.
Η χώρα έχει πληρώσει ακριβά την «κανονικότητα» της αδιαφάνειας και της απάθειας. Δεν θα την ξαναυπογράψουμε. Και για να είμαι απολύτως ειλικρινής… στις παρούσες συνθήκες δεν βλέπω τέτοια προοπτική διαλόγου. Ούτε με εκείνους που παρουσιάζονται ως «νέοι», ενώ είναι ΠΑΡΕΛΘΟΝ με νέο «σάπιο» περιτύλιγμα. Αν δεν μπορούμε να αλλάξουμε τον τρόπο που κυβερνιέται η Ελλάδα, προτιμούμε να μείνουμε στην αντιπολίτευση με καθαρή φωνή και συνείδηση, αλλά και ακέραιη τη θεσμική μας αξιοπρέπεια.
Ως καθηγητής στο Τμήμα Ιατρικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ποια θεωρείτε τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα το Εθνικό Σύστημα Υγείας; Ποιες είναι οι ρεαλιστικές λύσεις που προτείνετε;
Το ΕΣΥ δεν νοσεί από έλλειψη ιατρικής γνώσης, νοσεί από έλλειψη φροντίδας προς τους ίδιους τους ανθρώπους του. Οι γιατροί, οι νοσηλευτές, οι διασώστες λειτουργούν χρόνια σε συνθήκες πίεσης, χωρίς θεσμική μέριμνα για τη σωματική και ψυχική τους αντοχή. Η Πολιτεία θυμάται το ΕΣΥ στις κρίσεις, αλλά το ξεχνά στην καθημερινότητα. Κι όμως, αν δεν στηρίξεις εκείνον που φροντίζει τον πολίτη, τότε ολόκληρο το σύστημα χάνει τον πυρήνα του. Η κρίση του ΕΣΥ είναι βαθιά θεσμική.
Χρειάζεται σύγχρονο πλαίσιο λειτουργίας των νοσοκομείων, με διοικήσεις αξιοκρατικές και διαφανείς, νέο Οργανισμό του ΕΚΑΒ, που να αναγνωρίζει τον ρόλο του διασώστη, και πραγματική οργάνωση στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, ώστε ο πολίτης να έχει άμεση πρόσβαση στον γιατρό του, χωρίς ταλαιπωρία και καθυστερήσεις.
Οι μεγάλες τομές δεν είναι πάντα θεαματικές. Είναι εκείνες οι απλές, οργανωμένες κινήσεις αξιοπρέπειας, που δίνουν στον πολίτη το δικαίωμα να αισθάνεται ασφαλής και στον επαγγελματία υγείας το δικαίωμα να αναπνέει. Αν θέλουμε πραγματικά ένα σύγχρονο ΕΣΥ, πρέπει να του επιστρέψουμε αυτά που του στέρησαν: Την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό. Άλλωστε στο τέλος, η Υγεία δεν μετριέται σε αριθμούς και δαπάνες, μετριέται στο βλέμμα του ανθρώπου που σε όποιο νοσοκομείο του χάρτη και αν βρίσκεται, νιώθει ότι τον φρόντισαν.
Ακρίβεια και Δημογραφικό, τα δύο ίσως μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πολίτες και καλούνται να επιλύσουν οι πολιτικοί. Ποιες είναι οι προτάσεις του Κινήματος Δημοκρατίας για τα τόσο σημαντικά αυτά ζητήματα;
Η ακρίβεια δεν είναι «φυσικό φαινόμενο», είναι αποτέλεσμα πολιτικής αδράνειας και στρεβλών προτεραιοτήτων. Όπως έχει πει και ο Πρόεδρος του Κινήματος Δημοκρατίας, Στέφανος Κασσελάκης, είναι πολιτική επιλογή της κυβέρνησης να πεινάνε οι συνταξιούχοι και όχι μόνο αυτοί. Και έχει δίκιο. Όταν ξοδεύονται δημόσια χρήματα και κατασπαταλώνται πόροι ασύστολα, χωρίς σχέδιο, χωρίς αξιολόγηση, χωρίς μέτρο, το αποτέλεσμα είναι να βρισκόμαστε τελευταίοι στην αγοραστική δύναμη στην Ευρώπη, με μια κοινωνία που δουλεύει, χωρίς να μπορεί να ζήσει αξιοπρεπώς.
Το Κίνημα Δημοκρατίας προτείνει μείωση του ΦΠΑ από το 24% στο 15%, με ταυτόχρονη αυστηροποίηση των ελέγχων και της φορολογικής συμμόρφωσης, ώστε να μην επωφελούνται οι λίγοι εις βάρος των πολλών. Η κυβέρνηση σήμερα εξυπηρετεί το 20% της κοινωνίας, εκείνους που δηλαδή έχουν πρόσβαση στα κεφάλαια, αφήνοντας το υπόλοιπο 80% εκτός «ανάπτυξης». Χρειάζεται πραγματικός μηχανισμός ελέγχου της αγοράς, με διαφάνεια στις τιμές, κυρώσεις στις αθέμιτες πρακτικές και ουσιαστική ρύθμιση απέναντι στην αισχροκέρδεια. Η Πολιτεία πρέπει να ξαναγίνει ρυθμιστής της αγοράς, όχι παρατηρητής της. Και να αποδείξει στην πράξη ότι σέβεται τον πολίτη, όχι μόνο όταν ζητά την ψήφο του, αλλά όταν προσπαθεί να ψωνίσει στο σούπερ μάρκετ.
Όσο για το Δημογραφικό, το πρόβλημα είναι υπαρξιακό.
Δεν αφορά μόνο στη γήρανση του πληθυσμού, αλλά στην απώλεια προοπτικής για τις νεότερες γενιές. Όταν ο νέος δουλεύει χωρίς προοπτική, οκτώ, δέκα, δεκατρείς και δεν ξέρουμε πόσες ώρες ακόμα τη μέρα, όταν το ζευγάρι δεν μπορεί να αποκτήσει παιδί, γιατί δεν τα βγάζει πέρα, όταν η περιφέρεια αδειάζει από ανθρώπους, όταν το να υιοθετήσεις παιδί είναι μια γραφειοκρατική «Οδύσσεια», τότε η χώρα μικραίνει εκ των έσω. Η λύση δεν είναι τα επιδόματα. Είναι η ασφάλεια, η σταθερότητα, η πρόσβαση στη στέγη, η αξιοπρεπής εργασία. Η Ελλάδα πρέπει να γίνει ξανά χώρα όπου αξίζει να ζεις και να δημιουργείς, όχι να επιβιώνεις. Και αυτό είναι ευθύνη όλων μας!
Πώς αξιολογείτε τη σημερινή πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα; Σας ανησυχεί η παρατεταμένη πολιτική ένταση και τοξικότητα που υπάρχει στην πολιτική σκηνή;
Η τοξικότητα δεν είναι τυχαίο φαινόμενο, είναι μηχανισμός διαχείρισης της αδυναμίας. Όταν λείπει το πολιτικό περιεχόμενο, όταν δεν υπάρχουν στρατηγικές και σχέδιο, η πόλωση γίνεται το πιο εύκολο εργαλείο. Αυτό που με ανησυχεί είναι ότι η πολιτική ζωή έχει μετατραπεί σε πεδίο επικοινωνιακής αντιπαράθεσης, χωρίς σεβασμό στον πολίτη, χωρίς αυτοκριτική, χωρίς διάλογο.
Το Κίνημα Δημοκρατίας δημιουργήθηκε για να αντιστρέψει αυτή την παρακμή. Δεν επιδιώκουμε να είμαστε το «αντίπαλο δέος» κανενός αλλά η αφετηρία μιας διαφορετικής κουλτούρας πολιτικής, όπου η διαφωνία δεν είναι εχθρότητα και η αλήθεια δεν είναι ζήτημα τακτικής. Η Ελλάδα χρειάζεται πολιτική ωριμότητα, όχι μάρκετινγκ εξουσίας και πληρωμένα μέσα ενημέρωσης. Η Δημοκρατία δεν κινδυνεύει από τους αντιπάλους της αλλά από τη φθορά των ίδιων της των θεσμών. Και είναι ολοφάνερο ποιοι έχουν την ευθύνη.
Εκπροσωπείτε τη Θεσσαλονίκη, μια πόλη με μεγάλες δυνατότητες αλλά και διαχρονικά προβλήματα. Ποια θεωρείτε τα πιο κρίσιμα ζητήματα της πόλης και ποιες πρωτοβουλίες σκοπεύετε να προωθήσετε για την επίλυσή τους;
Η Θεσσαλονίκη έχει κουραστεί να ακούει υποσχέσεις.
Είναι μια πόλη χωρίς στρατηγική συνοχής. Το πρώτο μεγάλο πρόβλημα είναι η απουσία συντονισμού μεταξύ των θεσμικών φορέων. Όλοι μιλούν για ανάπτυξη αλλά κανείς δεν θέτει κοινό πλαίσιο ευθύνης.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η Καλαμαριά, ένας δήμος με χιλιόμετρα ακτογραμμής, που όμως θεσμικά δεν του ανήκει ούτε ένα μέτρο παραλίας. Μια παραλιακή ζώνη, που θα μπορούσε να είναι σημείο ζωής και ανάπτυξης μαραζώνει, την ώρα που το ΤΑΙΠΕΔ σχεδιάζει να τη μετατρέψει σε Real Estate. Το ίδιο συμβαίνει με το παραλιακό μέτωπο της Θεσσαλονίκης συνολικά. Χρειάζεται ενιαίος σχεδιασμός, όχι αποσπασματικές παρεμβάσεις.
Η ΒΙ.ΠΕ. Σίνδου παραμένει ανεκμετάλλευτη ενώ θα μπορούσε να αποτελέσει πυρήνα καινοτόμου βιομηχανικής δραστηριότητας, που θα δημιουργεί δουλειές και εισόδημα. Και η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης χρειάζεται ολοκληρωμένο σχέδιο και φυσικά Μητροπολιτικό Πάρκο. Ένα σχέδιο που να σέβεται τον δημόσιο χώρο και να ενώνει την πόλη, όχι να επαναλαμβάνει τα λάθη της αδιαφάνειας και των εργολαβικών σκοπιμοτήτων.
Η Θεσσαλονίκη δεν χρειάζεται άλλες «εξαγγελίες έργων».
Χρειάζεται πολιτική βούληση, διαφάνεια και σχέδιο για το αύριο.
Αξίζει να πάψει να είναι μια τύποις… «συμπρωτεύουσα» και να γίνει πραγματικό κέντρο βαρύτητας των Βαλκανίων, με σεβασμό στο περιβάλλον, στη δημόσια περιουσία και στον άνθρωπο.
Ως βουλευτής της Α’ Θεσσαλονίκης, πραγματοποιώ αλλεπάλληλες επαφές με φορείς, εκπροσώπους και πολίτες της πόλης, ασκώντας όλα τα μέσα κοινοβουλευτικού ελέγχου για να υπάρχει θεσμική λογοδοσία. Βρίσκομαι στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων, εκφράζοντας σταθερά και υπεύθυνα το Κίνημα Δημοκρατίας και τη φωνή των πολιτών της Θεσσαλονίκης.
Δεκτή κατά πλειοψηφία έγινε στη Βουλή η τροπολογία που απαγορεύει κάθε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση στον χώρο μπροστά από το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, προβλέποντας ακόμη και ποινές φυλάκισης για παραβάσεις. Συμφωνείτε με αυτή τη ρύθμιση; Θεωρείτε ότι προστατεύει επαρκώς την ιστορική σημασία του Μνημείου ή περιορίζει το δικαίωμα στη δημόσια έκφραση;
Η Δημοκρατία δεν χρειάζεται απαγορεύσεις για να προστατευθεί.
Το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη είναι σύμβολο συλλογικής μνήμης και εθνικής ενότητας, όχι “περιφραγμένος χώρος” του κράτους. Το να το προστατεύεις, δεν σημαίνει να αποκλείεις τους πολίτες από την άσκηση των συνταγματικών τους δικαιωμάτων. Ο σεβασμός στα σύμβολα της Δημοκρατίας δεν επιβάλλεται με ποινές, επιβάλλεται με παιδεία, πολιτισμό και θεσμική συνέπεια.
Η ρύθμιση αυτή κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση από ό,τι χρειάζεται σήμερα η χώρα. Όταν περιορίζεις το δικαίωμα στη συνάθροιση, με το πρόσχημα της «τάξης», δεν προστατεύεις τη Δημοκρατία, τη φοβάσαι. Το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη δεν τιμάται με απαγορεύσεις και διμοιρίες, τιμάται όταν η Πολιτεία σέβεται το δικαίωμα των πολιτών να εκφράζονται ειρηνικά, ακόμη κι αν διαφωνούν με την εκάστοτε κυβέρνηση. Η Δημοκρατία, για να παραμείνει ζωντανή, πρέπει να αντέχει τη φωνή του πολίτη, όχι να την περιορίζει.














