Μήνυμα επιτάχυνσης των αποφάσεων για την ενεργειακή μετάβαση σε ευρωπαϊκό επίπεδο και μέριμνας, ταυτόχρονα, για το κόστος της ενέργειας και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας στέλνει η ευρωπαϊκή βιομηχανία ηλεκτρισμού από το «Power Summit 2024» της Eurelectric (εκπροσωπεί την ευρωπαϊκή βιομηχανία ηλεκτρικής ενέργειας) που πραγματοποιείται στην Αθήνα.
Σε παρέμβασή του κατά την έναρξη του συνεδρίου ο πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στην εντυπωσιακή μεταμόρφωση όπως είπε, της ΔΕΗ υπό την ηγεσία του κ.Γ. Στάσση με αποτέλεσμα η εταιρεία που βρισκόταν το 2019 στο χείλος της χρεοκοπίας να αποτελεί σήμερα περιφερειακό ενεργειακό “παίκτη”.
Στην εναρκτήρια συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε το πρωί, η Ευρωπαία Επίτροπος Ενέργειας Κάντρι Σίμσον εξήρε την πρόοδο που σημείωσε η Ελλάδα στην ενεργειακή μετάβαση υπογραμμίζοντας σε μαγνητοσκοπημένο μήνυμα το νέο ρεκόρ στη διείσδυση των ΑΠΕ στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας που επιτεύχθηκε το 2023. Η κα Σίμσον σημείωσε ακόμη τα βήματα απεξάρτησης της ΕΕ από το ρωσικό φυσικό αέριο, τόνισε ωστόσο ότι για την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί για το 2030 χρειάζεται περαιτέρω δράση και επιτάχυνση της προσπάθειας.
Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Γιώργος Στάσσης αναφέρθηκε στα αποτελέσματα της πολιτικής που εφαρμόστηκε την τελευταία 5ετία στη χώρα μας και τη ΔΕΗ, παρά την πανδημία και την ενεργειακή κρίση, με τον διπλασιασμό των φωτοβολταϊκών, τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 60 % με την απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων που συνεχίζεται. “Τα επόμενα 3 χρόνια θα διπλασιάσουμε τις ΑΠΕ σε Ελλάδα και Ρουμανία”, ανέφερε ο κ. Στάσσης ενώ υπογράμμισε την ανάγκη επενδύσεων στην τεχνολογία και την ψηφιοποίηση συνολικά του ενεργειακού συστήματος, τις διασυνδέσεις, τις υποδομές στη διανομή και τη διασφάλιση ενεργειακής ασφάλειας.
Ο πρόεδρος του ΣΕΒ Δημήτρης Παπαλεξόπουλος τόνισε πως η Ευρώπη χρειάζεται επειγόντως αναπτυξιακή στρατηγική καθώς χάνει ανταγωνιστικότητα έναντι τόσο των χωρών της Ασίας όσο και των ΗΠΑ ενώ προειδοποίησε για τον κίνδυνο αποβιομηχάνισης εξαιτίας του υψηλού κόστους της ενέργειας.
Την ανάγκη να περάσει η ΕΕ από το στάδιο των συζητήσεων στην εφαρμογή υπογράμμισε ο Leonhard Birnbaum, διευθύνων σύμβουλος της Ε.Οn και προεδρος της Eurelectric. “Δεν αντέχουμε άλλη συζήτηση για το τι είναι πράσινο υδρογόνο”, ανέφερε χαρακτηριστικά. Σημείωσε δε ότι το πρόβλημα της ΕΕ είναι ευρύτερο και δεν εντοπίζεται μόνο στην ενέργεια αναφέροντας ενδεικτικά την έλλειψη ενιαίας ευρωπαϊκής κεφαλαιαγοράς που θα πρέπει όπως είπε να αποτελέσει προτεραιότητα της επόμενης Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Παρών στο συνέδριο είναι ο διευθύνων σύμβουλος της Ουκρανικής εταιρείας ηλεκτρισμού, Maxim Timchenko ο οποίος ζήτησε στη συνδρομή των ευρωπαϊκών ενεργειακών εταιρειών με την αποστολή εξοπλισμού (μετασχηματιστές, τουρμπίνες) για την ενίσχυση του παραγωγικού δυναμικού της χώρας που έχει υποστεί εκτεταμένες καταστροφές από τις ρωσικές επιθέσεις.
Χρειάζεται διπλασιασμός των επενδύσεων στη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας
Οι επενδύσεις στα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ θα πρέπει να αυξηθούν από 33 δισεκατομμύρια ευρώ κατά μέσο όρο σε 67 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως από το 2025 έως το 2050, ώστε να καταστεί εφικτός ο μαζικός εξηλεκτρισμός των μεταφορών, της θέρμανσης και της βιομηχανίας, να ενσωματωθούν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να αντέξουν συχνότερες ακραίες καιρικές συνθήκες και απειλές στον κυβερνοχώρο.
Αυτό προκύπτει από την έρευνα της της Eurelectric «Grids for Speed» που παρουσιάστηκε σήμερα στο πλαίσιο του «Power Summit 2024» που πραγματοποιείται στην Αθήνα.
Τα 67 δισ.ευρώ αντιστοιχούν στο 20% περίπου των δαπανών της ΕΕ για εισαγωγές ορυκτών καυσίμων το 2023, ενώ ο εκσυγχρονισμός των δικτύων θα μειώσει σημαντικά τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων, θα δημιουργήσει περισσότερες από 2 εκατομμύρια θέσεις εργασίας, θα επιφέρει μεγαλύτερη εξοικονόμηση ενέργειας και θα παρέχει πιο αξιόπιστη διανομή ενέργειας, επιταχύνοντας ταυτόχρονα την απανθρακοποίηση της Ευρωπαϊκής οικονομίας.
Παράλληλα θα συμβάλλουν στο να εξοικονομεί η ΕΕ 309 δισεκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο από εισαγωγές ορυκτών καυσίμων για το διάστημα 2040-2050.
Πέρα από τις επενδύσεις, απαιτούνται καινοτόμες στρατηγικές για τα δίκτυα, όπως οι προληπτικές επενδύσεις, η βέλτιστη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και η φιλική προς το δίκτυο ευελιξία, οι οποίες θα μπορούσαν να μειώσουν τις απαιτούμενες επενδύσεις στα 55 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.
Αντίστροφα, η απουσία επενδύσεων θα έθετε σε κίνδυνο το 74% των μελλοντικών συνδέσεων σε βασικές τεχνολογίες απανθρακοποίησης, όπως τα ηλεκτρικά οχήματα (EVs), οι αντλίες θερμότητας και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Σύμφωνα με την έρευνα μέχρι το 2050, η ηλεκτρική ενέργεια θα αποτελεί το 60% της συνολικής χρήσης ενέργειας συγκριτικά με το 23% σήμερα. Η δυναμικότητα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας θα έχει εξαπλασιαστεί έως τότε εν συγκρίσει με το 2020, με το 70% της παραγωγής και αποθήκευσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές να συνδέεται σε επίπεδο διανομής.
«Για μία επιτυχημένη ενεργειακή μετάβαση, η ΕΕ χρειάζεται μία τεράστια επαύξηση χωρητικότητας των δικτύων. Οι επενδύσεις από τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς και διανομής πρέπει να διπλασιαστεί. Αν και αυτό θα απαιτήσει σημαντική αύξηση των επενδύσεων, το κόστος της μη επένδυσης είναι ακόμη υψηλότερο. Για να πετύχουμε, χρειαζόμαστε ελκυστικές αποδόσεις για τους επενδυτές ώστε να έχει νόημα να αναλάβουν τη χρηματοδότηση, τεχνολογία καθώς και γρήγορη ηλεκτροδότηση, για να διαχειριστούν το κόστος διανομής», δήλωσε ο Πρόεδρος της Eurelectric και Διευθύνων Σύμβουλος της E.ON, Leonhard Birnbaum.