Στο βήμα της Βουλής βρέθηκε με μία μικρή καθυστέρηση ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, στη συζήτηση για το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης με τίτλο: «Ενσωμάτωση της Οδηγίας (Ε.Ε.) 2022/2041 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 2022 για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση – Αναπροσαρμογή μισθών προσωπικού δημοσίου τομέα – Ρυθμίσεις για τον καθορισμό κατώτατου μισθού για τα έτη 2025, 2026 και 2027».
Μεταξύ, άλλων ο πρωθυπουργός τόνισε πως «δεν μας ικανοποιεί η αντίδραση τραπεζών», εξηγώντας πως υπάρχουν ζητήματα στη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος. Χαρακτηριστικά, ο πρωθυπουργός ανέφερε: «Επιτρέψτε μου να κάνω και μια παρέμβαση για το ζήτημα των τραπεζών, διότι άκουσα και πάλι να επαναλαμβάνετε τη θέση σας για έκτακτη φορολόγηση των τραπεζών. Και θα ήθελα και από το βήμα της Βουλής να δώσω μια απάντηση για το ζήτημα αυτό.
Πράγματι υπάρχουν ζητήματα όσον αφορά τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, ζητήματα ουσιαστικά τα οποία χρήζουν αντιμετώπισης, υψηλές προμήθειες, χαμηλά επιτόκια στις καταθέσεις, δάνεια στεγαστικά τα οποία δεν δίνονται με τον κατάλληλο ρυθμό. Ακίνητα τα οποία διαθέτουν οι τράπεζες τα οποία δεν έχουν ακόμα εκποιήσει, προκειμένου να αυξηθεί η προσφορά τους στην αγορά εργασίας. Για όλα αυτά τα ζητήματα έχουμε ζητήσει από τις τράπεζες να αντιδράσουν. Η αντίδρασή τους μέχρι στιγμής δεν μας ικανοποιεί.
Κατά συνέπεια, να αναμένετε πολύ σύντομα παρεμβάσεις από την κυβέρνηση που θα αντιμετωπίσουν την ουσία αυτών των προβλημάτων (…)
Για παράδειγμα, αν ένας πολίτης έχει σήμερα ζήτημα με τη χορήγηση ενός στεγαστικού δανείου, η έκτακτη φορολόγηση δεν θα απαντήσει στο ζήτημα αυτό. Γι’ αυτό και θα κάνετε λίγη υπομονή να ακούσετε τις συγκεκριμένες προτάσεις της κυβέρνησης για τα ζητήματα αυτά, ώστε να μπορέσουν να αντιληφθούν και οι τράπεζες ότι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα επιτελέσουν τελικά το χρέος τους απέναντι στην ελληνική κοινωνία.
«Το νομοσχέδιο το οποίο συζητούμε σήμερα μπορεί να έχει τον χαρακτήρα μιας τεχνικής προσαρμογής σε μια ευρωπαϊκή οδηγία. Πιστεύουμε όμως ότι αποτελεί μια πολύ σημαντική αλλαγή στην αγορά εργασίας και μια τολμηρή θα έλεγα, τομή στην εξέλιξη της» ανέφερε ξεκινώντας την ομιλία του ο πρωθυπουργός. Επανέλαβε ότι ο κατώτατος μισθός το 2027 θα φτάσει τα 950 ευρώ και τόνισε πως τον «στόχο αυτό δεν θα τον πετύχουμε απλώς, αλλά θα τον ξεπεράσουμε». Σημείωσε πως σε όλη την ΕΕ η Ελλάδα είναι στην 11η θέση ως προς το ύψος του κατώτατου μισθού.
Απευθυνόμενος προς τον Νίκο Ανδρουλάκη, είπε πως συζήτησε μαζί του την πρόταση του ΠΑΣΟΚ για μείωση του ΦΠΑ. Επικαλούμενος το παράδειγμα της Ισπανίας, υπερασπίστηκε την πολιτική της κυβέρνησης να μην μειώσει τον ΦΠΑ, λέγοντας ότι δεν μπορεί να γίνει τμηματική σε ορισμένα μόνο προϊόντα. Όπως προσέθεσε, η τμηματική μείωση του ΦΠΑ σε ορισμένα προϊόντα απαγορεύεται από την ΕΕ.
«Με θεμέλιο τον τρόπο καθορισμού του κατώτατου μισθού, τη βάση δηλαδή των αποδοχών που στο εξής από το 2027 και μετά, για να ακριβολογώ, θα ακολουθούν μόνο ανοδική πορεία, στηριγμένες μάλιστα σε ένα αντικειμενικό σύστημα υπολογισμού που θα καλύπτει τον ετήσιο πληθωρισμό, αλλά θα λαμβάνει προφανώς υπόψη και την παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στην πρόταση του ΠΑΣΟΚ για έκτακτη φορολόγηση των τραπεζών, κάνοντας λόγο για πυροτεχνήματα και πως δεν θα δώσουν απάντηση στα προβλήματα. Ο κ. Μητσοτάκης ακολούθως, πρόσθεσε: «Ουσιαστικά το νομοσχέδιο αυτό κλείνει οριστικά μια πολύ δύσκολη εποχή για τη χώρα την εποχή των περικοπών σε μισθούς και συντάξεις και κάνει ένα σημαντικό βήμα ώστε η βασική αμοιβή, ο κατώτατος μισθός, να μην συνιστά απλώς ένα μέσο επιβίωσης, αλλά την αρχή ενός ανοδικού κύκλου επαγγελματικής και ατομικής προκοπής.
Γιατί, ας μη γελιόμαστε, από την αρχή της οικονομικής κρίσης, χιλιάδες νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας ήταν από τις πιο αδικημένες κοινωνικά κατηγορίες. Γι’ αυτό άλλωστε και η βελτίωση της θέσης τους ήταν και παραμένει προτεραιότητά μας. Να θυμίσω στα έδρανα της αντιπολίτευσης και ειδικά στον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος κυβερνούσε έως το 2019, ότι ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα, όταν μας εμπιστεύτηκε για πρώτη φορά ο ελληνικός λαός, ήταν 650 ευρώ την τελευταία 5ετία. Το ποσό αυτό έχει αυξηθεί στα 830 ευρώ. Συμπαρασύροντας προς τα πάνω προφανώς και τις τριετίες και τα πολλά επιδόματα, τα οποία συνδέονται με αυτόν και όχι μόνο αυτό.
Η κυβέρνηση δεσμεύθηκε πριν από τις εκλογές του 2023 ότι ο κατώτατος μισθός το 2027 θα φτάσει τα 950 ευρώ. Και αυτή τη δέσμευσή μας θα την τηρήσουμε στο ακέραιο. Μιλάμε για μια συνολική αύξηση 46%. Και βέβαια εκφράσαμε το 2023 την προσδοκία μας ότι οι συνολικές μας πολιτικές θα οδηγήσουν και στην αύξηση του μέσου μισθού από λίγο παραπάνω από 1.000 ευρώ που ήταν το 2019, στα 1500 ευρώ. Και εκτιμώ ότι τον στόχο αυτόν όχι μόνο θα τον πετύχουμε, αλλά θα τον ξεπεράσουμε κιόλας.
Και θα ήταν καλό στο σημείο αυτό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, επειδή πολλές φορές γίνονται συγκρίσεις με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες δεν στηρίζονται σε αντικειμενικά δεδομένα, να συμφωνήσουμε τουλάχιστον ότι αυτή είναι η εικόνα. Το λέω, κύριε Ανδρουλάκη και υπόλοιποι πολιτικοί αρχηγοί, για το τι συμβαίνει με τον κατώτατο μισθό στη χώρα μας σε σχέση με όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η Ελλάδα είναι στην 11η θέση στην Ευρώπη. Δεν είμαστε τελευταίοι στην Ευρώπη, όπως συχνά ισχυρίζονται κάποιοι.
Καταθέτω λοιπόν το σχετικό πίνακα στα πρακτικά και αυτό και αυτό καταδεικνύει ότι οι πολιτικές αύξησης του κατώτατου μισθού και στήριξης των πιο αδύναμων εργαζομένων έχουν επιφέρει ουσιαστικά αποτελέσματα και ως προς τα συγκριτικά στοιχεία σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Όμως, για να μπορεί αυτή η διαρκής αναβάθμιση του εισοδήματος και πέραν του 2027 να μπορεί να συνεχίζεται το παρόν νομοσχέδιο καθιερώνει δύο απλές αρχές. Ο κατώτατος μισθός στη χώρα μας δεν μπορεί να μειώνεται παρά μόνο να αυξάνεται.
Και δεύτερον, ότι το ακριβές ύψος της αύξησης θα καθορίζεται από έναν αντικειμενικό μηχανισμό, ο οποίος θα συμπεριλαμβάνει δύο και πάλι αντικειμενικούς δείκτες (…)».
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στην πρόταση του ΠΑΣΟΚ για έκτακτη φορολόγηση των τραπεζών, κάνοντας λόγο για πυροτεχνήματα και πως δεν θα δώσουν απάντηση στα προβλήματα. Τον λόγο έχει αυτή την ώρα ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης.