Της Αλεξίας Χαρακίδα
Η οικογένεια παραμένει θεμέλιος θεσμός της κοινωνίας, όχι μόνον ως χώρος διαβίωσης αλλά ως κύριος φορέας κοινωνικοποίησης, μεταβίβασης αξιών και συναισθηματικής υποστήριξης. Στον 21ο αιώνα, όμως, η οικογένεια μετασχηματίζεται υπό το βάρος πολλαπλών πιέσεων: οικονομική αβεβαιότητα, μετασχηματισμός της εργασίας, ψηφιοποίηση των σχέσεων, αυξημένη κινητικότητα και νέα κοινωνικά πρότυπα. Η ταυτόχρονη διατήρηση στοιχείων παράδοσης και η προσαρμογή σε αλλαγές καθιστούν τον οικογενειακό θεσμό χώρο συνεχούς διαπραγμάτευσης.
Η πρώτη και πιο σαφής λειτουργία της οικογένειας είναι η κοινωνικοποίηση των νέων. Μέσα στην οικογένεια τα παιδιά μαθαίνουν κανόνες, ηθικά πρότυπα, γλωσσικές και συμπεριφορικές δεξιότητες, αλλά και την ικανότητα να συνδιαλέγονται με άλλους. Αυτές οι πρώιμες εμπειρίες διαμορφώνουν την πολιτική και κοινωνική συμπεριφορά του μελλοντικού πολίτη, από την αξία της συλλογικότητας μέχρι την αντίληψη για την εκπαιδευτική προσπάθεια και την κοινωνική συμμετοχή.
Οι οικονομικές συνθήκες, όπως η επισφαλής εργασία, το υψηλό κόστος ζωής και η ασταθής αγορά εργασίας, επιβαρύνουν την οικογενειακή λειτουργία. Παράλληλα, η ψηφιακή εποχή φέρνει νέες μορφές επικοινωνίας αλλά και συγκρίσεων· οι νέοι εκτίθενται σε πρότυπα μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που πολλαπλασιάζουν την ψυχολογική πίεση. Οι γονείς καλούνται να διαχειριστούν το διπλό τους ρόλο, παραγωγικοί στο δημόσιο-επαγγελματικό πεδίο και φροντιστές στο ιδιωτικό πεδίο, κάτι που συχνά οδηγεί σε συγκρούσεις και πιέσεις.
Ένας από τους πλέον κρίσιμους ρόλους της οικογένειας είναι η επίδρασή της στην ψυχική υγεία. Η οικογενειακή υποστήριξη, σταθερότητα, συναισθηματική ασφάλεια, και η έγκαιρη αναγνώριση δυσκολιών λειτουργούν προληπτικά απέναντι σε διαταραχές όπως το άγχος και η κατάθλιψη. Η συναισθηματική στήριξη, η ανοιχτή επικοινωνία και η σταθερότητα που παρέχει η οικογένεια αποτελούν βασικούς παράγοντες πρόληψης ψυχικών δυσκολιών όπως άγχος, κατάθλιψη ή κοινωνική απομόνωση. Έρευνες δείχνουν ότι άτομα που μεγαλώνουν σε οικογενειακά περιβάλλοντα με ισχυρούς δεσμούς έχουν υψηλότερη ανθεκτικότητα απέναντι σε κοινωνικές και προσωπικές προκλήσεις. Η οικογένεια, επιπλέον, λειτουργεί ως πρώτος φορέας αναγνώρισης και διαχείρισης συναισθηματικών δυσκολιών, ενισχύοντας τη σταθερότητα και την ψυχική ευημερία των μελών της. Η ενσυναισθητική επικοινωνία και η ανοχή στην έκφραση συναισθημάτων καλλιεργούν ανθεκτικότητα, η διαθεσιμότητα ενήλικων προσώπων που ακούν και καθοδηγούν μειώνει την πιθανότητα κοινωνικής απομόνωσης, ενώ η συμμετοχή της οικογένειας στη διαδικασία αναζήτησης επαγγελματικής βοήθειας επιταχύνει την πρόσβαση σε φροντίδα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα από την καθημερινότητα το αποδεικνύουν: ένα παιδί με σχολικό άγχος που έχει γονεϊκή υποστήριξη και σαφή επικοινωνία με το σχολείο διαχειρίζεται καλύτερα την πίεση, ενώ ένας ενήλικας που νιώθει «ασφαλές δίχτυ» εντός της οικογένειας ανταπεξέρχεται με μικρότερο ψυχολογικό κόστος σε επαγγελματικές κρίσεις.
Η οικογένεια είναι επίσης ένα «εργαστήρι» κοινωνικών δεξιοτήτων: επίλυση συγκρούσεων, διαπραγμάτευση, ανάληψη ευθυνών και ενσυναίσθηση. Οι δεξιότητες αυτές μεταφέρονται στο σχολείο, στην εργασία και στην κοινότητα, ενισχύοντας τη συλλογική συνοχή. Η αποτελεσματική διαχείριση οικογενειακών συγκρούσεων μειώνει τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην ψυχική υγεία και προάγει υγιείς κοινωνικές σχέσεις.
Στη σύγχρονη κοινωνία, η οικογένεια δεν είναι μόνο χώρος συναισθηματικής στήριξης. Έχει και κοινωνικό-πολιτικό ρόλο, καθώς διαμορφώνει τις αξίες και τις στάσεις των ατόμων απέναντι σε ζητήματα όπως η εκπαίδευση, η συμμετοχή στην κοινότητα και η κοινωνική ευθύνη. Παράλληλα, η πολιτεία μπορεί να ενισχύσει την οικογένεια μέσω πολιτικών στήριξης, όπως η παροχή ευέλικτων εργασιακών προγραμμάτων, η στήριξη της παιδικής φροντίδας και η ενίσχυση της ισότητας των φύλων. Αυτές οι παρεμβάσεις βοηθούν τις οικογένειες να ανταποκριθούν καλύτερα στις σύγχρονες προκλήσεις και να διατηρήσουν τη σταθερότητά τους. Η αλληλεπίδραση μεταξύ οικογένειας και πολιτικής είναι διπλή: οι οικογένειες διαμορφώνουν τις στάσεις που καθοδηγούν το πολιτικό πεδίο, ενώ οι δημόσιες πολιτικές επηρεάζουν άμεσα τη δυνατότητα των οικογενειών να λειτουργούν με ποιότητα ζωής.
Για να ενισχυθεί ο ρόλος της οικογένειας στη σύγχρονη κοινωνία, καθίσταται απαραίτητη η εφαρμογή πολιτικών που στηρίζουν τους δεσμούς της και ενδυναμώνουν τα μέλη της. Χρειάζονται ευέλικτες μορφές εργασίας και άδειες γονεϊκής φροντίδας, ενίσχυση υποδομών παιδικής φροντίδας και σχολικών υπηρεσιών συμβουλευτικής, προγράμματα πρόληψης ψυχικής υγείας με ενεργό ρόλο σχολείων και πρωτοβάθμιας περίθαλψης, δράσεις για την προώθηση ισότητας των φύλων και τον διαμοιρασμό φροντίδας στο σπίτι, καθώς και ενίσχυση κοινωνικών δομών υποστήριξης σε περιοχές με οικονομική πίεση.
Συμπερασματικά, η οικογένεια στον 21ο αιώνα βρίσκεται σε μια συνεχή διαπραγμάτευση μεταξύ παράδοσης και αλλαγής. Ο ρόλος της στην ψυχική υγεία, στην κοινωνική ανάπτυξη και στην προαγωγή θετικών αξιών καθιστά απαραίτητη την αναγνώρισή της και την ενίσχυση της λειτουργίας της. Η οικογένεια παραμένει θεμέλιο σταθερότητας και ανθεκτικότητας, προστατεύοντας τα μέλη της και ενισχύοντας τη συνοχή της κοινωνίας. Η στήριξη της οικογένειας από την κοινωνία και την πολιτεία είναι καθοριστική για την αντιμετώπιση των προκλήσεων της σύγχρονης ζωής και για την προαγωγή της ψυχικής και κοινωνικής ευημερίας των πολιτών.
H Αλεξία Χαρακίδα έχει σπουδάσει Πολιτική Επιστήμη και Κοινωνική Διοίκηση ΔΠΘ, ΠΜΣ Δημοσιογραφία και Νέα Μέσα ΕΚΠΑ, ΠΜΣ Δημόσιο Δίκαιο και Δημόσια Πολιτική ΕΚΠΑ και είναι Υποψήφια Διδάκτωρ Νομικής Αθηνών.