Αντισηπτικό και μάσκα

Μαγιορκίνης: Έξαρση των κρουσμάτων κοκκύτη στην Ελλάδα

Για έξαρση των κρουσμάτων κοκκύτη στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη έκανε λόγο ο καθηγητής Υγιεινής και Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Γκίκας Μαγιορκίνης, μιλώντας στην ΕΡΤ σήμερα Κυριακή (9.6.24).

Όπως τόνισε ο κ. Μαγιορκίνης, ο κοκκύτης δεν είναι ιός αλλά βακτήριο, πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί να θεραπευτεί με αντιβιώσεις ενώ το βασικό στοιχείο της πρόληψής του γίνεται εδώ και χρόνια μέσω του εμβολίου.

Σύμφωνα με τον κ. Μαγιορκίνη, κατά καιρούς υπάρχουν εξάρσεις κοκκύτη. «Αυτή η φορά είναι μια από αυτές, ωστόσο δεν είναι στα επίπεδα του βλέπαμε προ της πανδημίας, το οποίο και δεν το γνωρίζει ο περισσότερος κόσμος ό,τι τα κρούσματα ήταν χιλιάδες», ανέφερε.

«Αυτό που συστήνεται είναι οι έγκυες γυναίκες στην 25η με 26η εβδομάδα κύησης μέχρι το τέλος να κάνουν έναν αναμνηστικό εμβολιασμό ώστε να πάρει το μωρό τα αντισώματα που θα παράξει η μητέρα και να προστατευθεί τους πρώτους μήνες μέχρι να αναπτύξει ανοσία από τα εμβόλια που θα γίνουν στο 2ο 3ο μήνα, αφού θα έχουν γεννηθεί», υπογράμμισε.

Τι είναι ο κοκκύτης

Ο κοκκύτης είναι οξεία μικροβιακή λοίμωξη του αναπνευστικού συστήματος, οφείλεται στον αιμόφιλο του κοκκύτη (Bordetella pertussis) που είναι αρνητικό κατά Gram βακτηρίδιο. Ειδικότερα, σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ, διακρίνονται τρία στάδια της νόσου:

  • Το πρόδρομο ή καταρροϊκό που διαρκεί μία ή δύο εβδομάδες εβδομάδες κατά τις οποίες ο ασθενής έχει καταρροϊκά φαινόμενα και άτυπο ερεθιστικό ξηρό βήχα αρχικά νυκτερινό.
  • Το παροξυσμικό που διαρκεί 1-6 εβδομάδες και ο βήχας γίνεται προοδευτικά εντονότερος, επέρχεται κατά παροξυσμούς και παίρνει σπασμωδικό (κοκκυτικό) χαρακτήρα. Οι παροξυσμοί του βήχα φθάνουν κατά μέσο όρο τους 15 το 24ωρο. Χαρακτηριστικά μετά από βαθιά εισπνοή επέρχονται κατά την ίδια εκπνοή πολλές βηχικές ώσεις, τις οποίες ακολουθεί βαθιά, ηχηρή, συριγμώδης εισπνοή (εισπνευστικός συριγμός). Ο παροξυσμός περιλαμβάνει επεισόδια βήχα που διαδέχονται το ένα το άλλο με αυξανόμενη ένταση που συχνά τελειώνουν με εμετό. Στην αιχμή των παροξυσμών του βήχα προκαλείται άπνοια που οδηγεί σε κυάνωση η οποία παρέρχεται μετά από εισπνευστικό συριγμό.
  • Το στάδιο της αποδρομής που διαρκεί 2-3 εβδομάδες και οι παροξυσμοί γίνονται ηπιότεροι και αραιότεροι και τελικά σταματούν. Ο πυρετός κατά τη διάρκεια της νόσου, όταν υπάρχει, είναι συνήθως ήπιος.

Πόσο επικίνδυνος είναι ο κοκκύτης και ποιοι κινδυνεύουν να νοσήσουν

Ο κοκκύτης μπορεί να προκαλέσει σοβαρή νόσο σε άτομα όλων των ηλικιών, έως και απειλητική για τη ζωή νόσηση, ειδικά σε βρέφη. Ένα στα τρία παιδιά ηλικίας κάτω του έτους που θα νοσήσουν από κοκκύτη, θα χρειαστούν νοσοκομειακή υποστήριξη, ενώ 1% των νοσηλευόμενων παιδιών θα καταλήξει.

Όπως διευκρινίζει ο ΕΟΔΥ, οι επιπλοκές είναι συχνότερες στα βρέφη και εξασθενημένα παιδιά και αφορούν κυρίως το αναπνευστικό και το ΚΝΣ. Η συχνότερη επιπλοκή είναι η δευτεροπαθής πνευμονία η οποία αποτελεί και τη συχνότερη αιτία θανάτου. Στις ΗΠΑ η επίπτωση της πνευμονίας είναι 11,8% σε βρέφη ηλικίας <6 μηνών (1). Η κοκκυτική εγκεφαλοπάθεια είναι βαρύτατη επιπλοκή προσβάλλει κυρίως βρέφη και κλινικά προβάλει με σπασμούς, αταξία, εστιακά νευρολογικά συμπτώματα και κώμα.

Ο τρόπος μετάδοσης του κοκκύτη

Η μετάδοση γίνεται αερογενώς με σταγονίδια ή με άμεση επαφή με εκκρίσεις από το αναπνευστικό σύστημα νοσούντων ατόμων. Σε εμβολιασμένους πληθυσμούς, τα βακτήρια συχνά μεταφέρονται στο σπίτι από ένα μεγαλύτερο σε ηλικία αδερφάκι ή μερικές φορές από έναν ενήλικα.

Ο χρόνος επώασης του κοκκύτη κυμαίνεται συνήθως από 7 έως 10 ημέρες, με εύρος 4-21 ημέρες (και σπανίως έως 42 ημέρες).

Ο κοκκύτης έχει υψηλή μεταδοτικότητα με ποσοστό δευτερογενούς προσβολής 80% μεταξύ επίνοσων ατόμων (π.χ. ατόμων που δεν έχουν ανοσοποιηθεί). Οι πάσχοντες από κοκκύτη είναι περισσότερο μεταδοτικοί κατά τη διάρκεια του καταρροϊκού σταδίου καθώς και τις δυο πρώτες εβδομάδες από την έναρξη του βήχα (περίπου 21 ημέρες) ενώ κάποια άτομα ιδιαίτερα παιδιά που έχουν θετική καλλιέργεια για αρκετές εβδομάδες παραμένουν μεταδοτικά για μεγαλύτερη περίοδο. Μετά σταδιακά η μεταδοτικότητα μειώνεται και γίνεται ασήμαντη σε 3 εβδομάδες περίπου παρά την επιμονή παροξυσμικού βήχα με συριγμό. Εάν γίνει έναρξη αγωγής με μακρολίδες οι ασθενείς παύουν να είναι μεταδοτικοί 5 ημέρες μετά την έναρξη της θεραπευτικής αγωγής.

 

Scroll to Top