Η ακροδεξιά στην Γερμανία και την Αυστρία

Λάβδας: Γιατί οι Ευρωπαίοι ψηφίζουν ακροδεξιά

Στην άνοδο των ακροδεξιών σχηματισμών στην Ευρώπη, τις επιπτώσεις των εκλογών στη Γερμανία, καθώς επίσης και για τη συσχέτιση ορισμένων ακραίων κομμάτων με τη Ρωσία αναφέρεται σε συνέντευξη στο Liberal.gr και τον Νικόλα Ταμπακόπουλο, ο Καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Κώστας Λάβδας. Ο ίδιος αναλύει τους λόγους που οι Ευρωπαίοι στρέφονται στα άκρα και τονίζει πως η εκλογική αυτή συμπεριφορά έχει πολλές ερμηνείες.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης

Τι σηματοδοτούν τα εκλογικά αποτελέσματα για τη Γερμανία και την Ευρώπη;

Καταρχήν πρέπει να είναι σαφές ότι τα ανατολικά κρατίδια, εκείνα που ανήκαν στην πάλαι ποτέ κομμουνιστική Ανατολική Γερμανία, έχουν κάποιες ιδιαιτερότητες στην πολιτική κουλτούρα τους, ενώ πέρασαν για την ενοποίηση μέσα από ιδιαίτερες και επώδυνες διαδρομές οικονομικού και διοικητικού εκσυγχρονισμού. Δεν μπορούμε να γενικεύσουμε για τη Γερμανία συνολικά.

Σήμερα η μεγάλη είδηση δεν είναι η άνοδος της ακροδεξιάς, δηλαδή της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD), σε δύο κρατίδια της ανατολικής Γερμανίας που το ξέραμε ήδη ότι θα είναι ισχυρή. Οι προβλέψεις ήταν ακριβώς αυτές, ότι θα είναι μάλλον πρώτη στη Θουριγγία και δεύτερη στη Σαξονία. Για μένα, η μεγάλη είδηση είναι η Σάρα Βάγκενκνεχτ και αυτό για δυο λόγους. Πρώτον γι’ αυτό που εκπροσωπεί το κόμμα της, η Συμμαχία (BSW) που έχει νέα στοιχεία και δεύτερον διότι ενδέχεται σε αυτά τα κρατίδια, αλλά και στο επόμενο που έχει εκλογές στις 22 Σεπτεμβρίου, στο Βρανδεμβούργο, πάλι ανατολικό κρατίδιο, να παίξει ρόλο καθοριστικό ως τρίτο κόμμα.

Στο Βρανδεμβούργο μπορεί η Συμμαχία της Βάγκενκνεχτ να μην είναι τρίτο αλλά τέταρτο, αυτό δείχνουν τουλάχιστον αυτή τη στιγμή οι δημοσκοπήσεις, αλλά και πάλι θα είναι ισχυρό κόμμα και θα διαδραματίσει ρόλο – κλειδί στο σχηματισμό της κυβέρνησης του κρατιδίου. Η Βάγκενκνεχτ θα παίξει ρόλο γιατί κανείς δεν θα θέλει να σχηματίσει κυβέρνηση με το AfD, άρα το πρώτο στη Θουριγγία και δεύτερο στη Σαξονία AfD θα βρεθεί εκτός κυβερνητικών συμμαχιών, στις οποίες ρόλο θα παίξει το τρίτο ή και το τέταρτο κόμμα.

Νομίζω ότι αυτή είναι η κρίσιμη είδηση. Το γεγονός ότι με την πρώτη κάθοδο στις εκλογές η Βαγκενκνεχτ μπόρεσε να πάρει διψήφια νούμερα και πολύ σοβαρά ποσοστά σε δυο σημαντικά ανατολικογερμανικά κρατίδια. Αυτό βέβαια που είναι σημαντικότερο και πολυπληθέστερο είναι η Σαξονία, όπου η ακροδεξιά ήρθε δεύτερη.

Σας φοβίζει η άνοδος της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη; Για ποιον λόγο καταγράφεται;

Είναι αυτονόητο ότι είναι πολύ δυσάρεστη εξέλιξη η οποία προβληματίζει. Από την άλλη πλευρά είμαι πολύ επιφυλακτικός, θα έλεγα και επικριτικός απέναντι στις στερεοτυπικές αναλύσεις. Οι στερεοτυπικές αναλύσεις από τις οποίες έχουμε χορτάσει τα τελευταία χρόνια, αφενός ομαδοποιούν βάσει ισχυρών στερεοτύπων πολλά και διακριτά μεταξύ τους φαινόμενα και αφετέρου δυσκολεύονται, κατά την άποψή μου, να αποδώσουν τις αιτίες πίσω από αυτή την άνοδο. Αυτό καθιστά και το νέο κόμμα της Βάγκενκνεχτ πολύ σημαντικό, διότι – μεταξύ άλλων – καταδεικνύει και τη συνθετότητα της σχετικής συζήτησης.

Ενώ οι στερεοτυπικές αναλύσεις για την «επέλαση της ακροδεξιάς» στην Ευρώπη εξακολουθούν να κυριαρχούν στο δημόσιο λόγο, οι διαφαινόμενες τάσεις είναι πολύ περισσότερο σύνθετες και πολύπλοκες. Θεωρώ ότι η δυσαρέσκεια διαφόρων κατηγοριών πολιτών σε επιμέρους γερμανικά κρατίδια για ζητήματα διαφορετικά μεταξύ τους, όπως η στεγαστική κρίση, όπως η ανεργία, όπως η μετανάστευση, όπως η εγκληματικότητα, η οποία καλώς ή κακώς συνδέεται σε μερικές περιοχές είτε αντικειμενικά είτε υποκειμενικά με τις μεταναστευτικές ροές, όπως επεισόδια που ξαφνικά ευαισθητοποιούν περισσότερο (εν προκειμένω ο 26χρονος ισλαμιστής από τη Συρία που επιτέθηκε με μαχαίρι και σκότωσε τρεις παριστάμενους τραυματίζοντας πολλούς στο φεστιβάλ του Ζόλινγκεν), οδηγούν σε αποφάσεις εκλογικής συμπεριφοράς που πρέπει να προσεγγιστούν με περισσότερο σύνθετο τρόπο.

Όπως έχω υποστηρίξει και στο παρελθόν, αυτό που κυρίως δημιουργεί την εντύπωση μιας «επέλασης της ακροδεξιάς» δεν είναι ο συντονισμός και η ομοιογένεια, ούτε καν η ισχύς, των όποιων ανερχόμενων δυνάμεών της. Είναι κυρίως η αίσθηση της υποχώρησης της σημερινής μορφής του κέντρου και η συνεπακόλουθη ανάγκη να αναστοχαστούμε τη Δεξιά και, κυρίως, να αναστοχαστούμε τα ίδια τα ζητήματα.

Να το θέσω διαφορετικά. Ενώ είναι ανησυχητική αυτή καθαυτή η άνοδος ορισμένων ακραίων δεξιών μορφωμάτων στην Ευρώπη, είναι πάρα πολύ γενικευτικό και εν τέλει παραπλανητικό το να δώσουμε σε όλα τα κόμματα και τα μορφώματα που βρίσκονται στα δεξιά της κεντροδεξιάς, είτε πρόκειται για τη Γαλλία, είτε στην Τσεχία, είτε τη Γερμανία, την Αυστρία, ή τις Σκανδιναβικές χώρες, τη γενική ταμπέλα του ακροδεξιού ή και του φιλοφασιστικού κόμματος.

Μερικά από αυτά τα κόμματα δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τον φασισμό ή το ναζισμό, ενώ άλλα φλερτάρουν και με ναζιστικά και φασιστικά σχήματα και αντιλήψεις. Μιλάμε για ένα αρκετά σύνθετο και επίσης κατακερματισμένο τοπίο, αν το δούμε, συνολικά στην Ευρώπη.

Αυτή η διάσταση του κατακερματισμού είναι πολύ σημαντική και στο εσωτερικό της Γερμανίας. Διότι ναι μεν το AfD είναι ένα ομοσπονδιακό κόμμα αλλά οι απόψεις των επιμέρους κομμάτων στο εσωτερικό των κρατιδίων, το AfD στη Θουριγγία, το AfD στη Σαξονία, το AfD στο Βρανδεμβούργο αλλά και στα δυτικά κρατίδια που όμως εκεί είναι πολύ ασθενέστερο, οι απόψεις και οι τάσεις διαφέρουν.

Σε μερικά κρατίδια το AfD εμφανίζεται πιο ακραίο και φλερτάρει πράγματι με ναζιστικές και φασιστικές απόψεις, ειδικά σε σχέση με τη δικαιολόγηση πτυχών της αποκρουστικής ιστορίας της Γερμανίας την δεκαετία του ’30. Σε άλλα κρατίδια είναι ένα σαφώς ακροδεξιό, αλλά όχι ναζιστικό μόρφωμα, το οποίο μάλιστα προσπαθεί να αποφύγει κάθε ταύτιση με τον φασισμό.

Αν σκεφτούμε τη Γαλλία, τα τελευταία χρόνια, το κόμμα της Λεπέν έχει προσπαθήσει να αποστασιοποιηθεί από μερικές παλιές τάσεις όπως είναι ο αντισημιτισμός, τον οποίο καταδικάζει η Λεπέν, συνεχώς και με κάθε ευκαιρία.

Πράγματι, σε αρκετές σημαντικές θεματικές, οι διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό του χώρου που έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε «ακροδεξιά» είναι κρίσιμες. Ο αντισημιτισμός, στοιχείο χαρακτηριστικό συνολικά της πολιτικής κουλτούρας της ακροδεξιάς, έχει τα τελευταία χρόνια επισήμως και κατ’ επανάληψη καταδικαστεί όχι μόνο από τον Εθνικό Συναγερμό της Λεπέν αλλά και πολλά αντίστοιχα κόμματα. Στη γεωπολιτική διάσταση, η έξοδος από την ΕΕ αλλά και το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ δεν αποτελεί πια προγραμματική θέση της ακροδεξιάς στη Γαλλία και την Ιταλία.

Ούτε έχει βάση ο ισχυρισμός ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την επανάληψη του μεσοπολέμου. Στην πραγματικότητα, η σημερινή Ευρώπη δεν θυμίζει τη δεκαετία του 1930, παρά την ένταση της σχετικής ανησυχίας που, επαναλαμβανόμενη, τείνει να αναδειχθεί στο πλέον ανούσιο cliché της εποχής. Δεν επιστρέψαμε στον μεσοπόλεμο. Άλλα είναι τα ζητήματα, διαφορετικό το διεθνές περιβάλλον, εντελώς διαφορετική η πολιτική οικονομία, τόσο η διεθνής όσο και χωρών όπως η Γερμανία, άλλοι οι κίνδυνοι, πολλά τα σενάρια φυγής προς τα εμπρός, τόσο στην Ευρώπη όσο και αναφορικά με τις δύσκολες σχέσεις με την Ρωσία και – κυρίως – την Κίνα.

Τι δείχνει το παράδειγμα της Βάγκενκνεχτ;

Μας προσφέρει ένα καλό παράδειγμα που δυσχεραίνει τις στερεοτυπικές αναλύσεις, το κόμμα της Βάγκενκνεχτ. Κατάγεται από την αριστερά, από το κόμμα Die Linke, έφυγε από την αριστερά ενώ διατηρεί σαφώς σοσιαλιστικές απόψεις για το στεγαστικό, για την κοινωνική πολιτική και γενικότερα για πολλά ζητήματα οικονομικής πολιτικής, όπως σε ένα βαθμό και για το ρόλο της Γερμανίας στην Ευρώπη.

Και δεν πρόκειται για άνοδο των άκρων, όπως λανθασμένες λέγεται. Η αριστερά, die Linke, υποχώρησε. Ενώ οι θέσεις της Βάγκενκνεχτ για το μεταναστευτικό, την εγκληματικότητα, τη σύγκρουση Ρωσίας- Ουκρανίας είναι πολύ διαφορετικές από τις απόψεις της Αριστεράς και τη φέρνουν κάπως κοντά με ορισμένες, βεβαίως όχι όλες, τις απόψεις κομμάτων που βρίσκονται στα δεξιά της κεντροδεξιάς.

Αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι υπάρχει ενδεχόμενο να συμπράξει το κόμμα της Βάγκενκνεχτ με το AfD στη Θουριγγία, στη Σαξονία ή, μετά τις 22 Σεπτεμβρίου, στο Βρανδεμβούργο. Δεν υπάρχει καμία τέτοια περίπτωση. Γι’ αυτό και είπα ότι είναι δυνατόν η Βάγκενκνεχτ ως η τρίτη δύναμη να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στον σχηματισμό κυβερνήσεων αποκλείοντας το AfD σε αυτά τα κρατίδια.

Όμως τι μήνυμα στέλνει ο υπό διαμόρφωση ρόλος του κόμματος αυτού; Κυρίως ότι αποδομούνται οι στερεοτυπικές προσεγγίσεις. Την αντίληψη ότι αυτά τα ζητήματα πάνε όλα μαζί και εκείνα πάνε όλα μαζί. Ότι π.χ. η αριστερά αναφέρεται σε 20-30 ζητήματα τα οποία πάνε πακέτο. Δεν είναι πλέον έτσι. Και αυτό δεν είναι απαραίτητα ούτε κακό ούτε καλό, αλλά ούτε είναι απαραίτητα μόνο λαϊκιστικό, όπως σπεύδουν κάποιοι να πουν.

Πολλοί Γερμανοί γνησίως ανησυχούν για το μεταναστευτικό, είναι μια πραγματικότητα αυτό. Πολλοί Γερμανοί επίσης ανησυχούν για το στεγαστικό ζήτημα. Και αυτό είναι μια πραγματικότητα. Το ότι μία πολιτικός, η οποία, ας επισημανθεί παρενθετικά και αυτό, έχει μια αξιόλογη βιογραφική πολιτική και ακαδημαϊκή διαδρομή και δεν είναι εύκολος αντίπαλος, προσπαθεί να συγκεράσει απαντήσεις σε αυτές τις ανησυχίες, αυτό δεν είναι απαραίτητα λαϊκίστικο.

Τώρα, σε ό,τι αφορά τη Θουριγγία, συγκεκριμένα, υπάρχει πρόβλημα. Διότι είναι μεν μικρό κρατίδιο αλλά ο Χέκε που βρίσκεται εκεί επικεφαλής του AfD είναι μια προσωπικότητα ιδιαίτερη και όμως πείθει, τοπικά, σχεδόν το 33% αυτών που ψήφισαν, με τη Χριστιανοδημοκρατία να ακολουθεί με 23,6% και τη Βάγκενκνεχτ τρίτη με σχεδόν 16%. Ο Χέκε έχει διατυπώσει απόψεις που προσπαθούν να δικαιολογήσουν εν μέρει, τουλάχιστον, το ναζιστικό παρελθόν και είναι μια πάρα πολύ προβληματική περίπτωση.

Δεν βρίσκονται τα περισσότερα κόμματα που ανήκουν στα άκρα υπό την επιρροή της Μόσχας;

Αυτό είναι εν μέρει σωστό αλλά πρέπει να δούμε τι ακριβώς σημαίνει. Αν επικεντρωθούμε στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, τότε και η ακροδεξιά, αλλά και η Βαγκενκνέχτ που προέρχεται από την αριστερά είναι, σε διαφορετικούς βαθμούς, περισσότερο διαλλακτικοί αναφορικά με το τι μέλλει γενέσθαι σε σχέση με τα κόμματα της κεντροδεξιάς και της αριστεράς.

Μην ξεχνάτε, όμως ότι το ζήτημα με τη ρωσική πολιτική μπορεί να αντιμετωπιστεί σε διαφορά επίπεδα. Το ένα επίπεδο είναι το προφανές: Ότι δηλαδή σε ορισμένες περιπτώσεις φαίνεται πως έχουν υπάρξει χρηματοδοτήσεις. Όσες ανακαλύπτονται, καταγγέλλονται και τις γνωρίζουμε. Ενδεχομένως υπάρχουν και άλλες που δεν γνωρίζουμε. Σε κάθε περίπτωση, δεν γνωρίζουμε αυτή τη στιγμή κάποια ρωσική ενίσχυση ή διείσδυση στο κόμμα το οποίο ίδρυσε η Βάγκενκνεχτ, φεύγοντας από την αριστερά. Δεν έχουμε καμία τέτοια ένδειξη. Οπότε το πρώτο επίπεδο είναι αυτό.

Πέραν αυτού όμως, υπάρχουν και αντιλήψεις, οι οποίες έχουν επηρεαστεί από πρόσφατες ή και παλαιότερες παραδόσεις σχέσεων και αλληλεπιδράσεων. Όπως επίσης και από την εύλογη ανησυχία για την εξέλιξη του Ρωσο-Ουκρανικού πολέμου.

Για τη Γερμανία ειδικά, μια χώρα η οποία επί πολλές δεκαετίες, στον Ψυχρό Πόλεμο, είχε μεγάλη ανησυχία για το ενδεχόμενο ενός θερμού πολέμου που εν μέρει επρόκειτο να διεξαχθεί ακριβώς στο έδαφος της. Στα σύνορα μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Γερμανίας.

Σε μια τέτοια χώρα υπάρχει και γνήσια ανησυχία, πέρα από την υπαρκτή ρωσική προπαγάνδα και τα fake news. Υπάρχει γνήσια ανησυχία στη Γερμανία και λόγω γεωγραφίας και λόγω παρελθόντος και για το ενδεχόμενο μιας σύγκρουσης της Ευρώπης με τον Πούτιν. Υπάρχει επίσης η παλιά ενεργειακή εξάρτηση για την οποία, βεβαίως, δεν ευθύνονται ούτε οι νέοι ακροδεξιοί, ούτε βεβαίως η ειδική περίπτωση της κυρίας Βάγκενκνεχτ.

Η ενεργειακή εξάρτηση της Γερμανίας από τη Ρωσία έχει παλιό παρελθόν, ξεκίνησε μάλιστα κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και αυξήθηκε στη συνέχεια, μέχρι το 2022-2023. Ενώ, για το ζήτημα της μετανάστευσης, ήταν επί Μέρκελ, επί Χριστανοδημοκρατίας, που δόθηκε η εντύπωση των ανοιχτών συνόρων η οποία τελικώς ενόχλησε ορισμένα τμήματα της γερμανικής κοινωνίας. Άρα πρέπει να τα λάβουμε υπόψη όλα αυτά και να μην πάμε στην εύκολη εξήγηση. Όπου διαπιστώνουμε ρωσικές χρηματοδοτήσεις και προπαγάνδα πρέπει φυσικά να το λαμβάνουμε υπόψη. Αλλά δεν είναι αυτή η μόνη εξήγηση.

Τέλος, σε περίπτωση που εκλεγεί ο Τραμπ, όλο αυτό το λαϊκιστικό – ακραίο τόξο δεν αποκτά μια νέα δυναμική; Ανησυχείτε για αυτό το ενδεχόμενο;

Είναι γεγονός ότι στην Ευρώπη εξακολουθούν να παραμένουν ζωντανές μερικές διαιρετικές γραμμές οι οποίες δεν είναι τόσο ισχυρές στις ΗΠΑ. Και αυτές οι διαιρετικές γραμμές βάζουν κάποια όρια στις δυνατότητες κομμάτων τα οποία προσπαθούν να είναι τα πάντα στους πάντες.

Από την άλλη πλευρά, η μετάλλαξη πολλών από τις ακροδεξιές πολιτικές οντότητες καθώς προσεγγίζουν ή καταλαμβάνουν την εξουσία σε κρίσιμα κράτη όπως η Γαλλία και η Ιταλία είναι αυτό ακριβώς που υποδηλώνει ο όρος μετάλλαξη: δεν αποτελεί απλώς και μόνο τακτική επιλογή, παρότι το στοιχείο της τακτικής προφανώς διαδραματίζει ένα ρόλο. Η μετάλλαξη αναφέρεται στη συνεχή προσαρμογή και αναδιαμόρφωση των θέσεων και των πολιτικών τους, κάτι που – προφανώς – δεν σχετίζεται απαραίτητα με την αξιολογική αποτίμηση και επαναξιολόγησή τους εκ μέρους μας. Αποτελεί όμως μια πραγματικότητα που αγγίζει και την εξέλιξη της ταυτοτικής διάστασής τους και οφείλει να εξεταστεί στις πραγματικές της διαστάσεις.

Στη σημερινή Ευρώπη, το επαναλαμβανόμενο επιχείρημα ότι η «υιοθέτηση» στοιχείων της ατζέντας της ακροδεξιάς αντί να την περιθωριοποιεί την ενδυναμώνει, αποτυγχάνει αφενός εκ των πραγμάτων και, αφετέρου, ως προς το βασικό ερώτημα, ποια από αυτά τα στοιχεία είναι, ενδεχομένως, άξια προσοχής και δεν θα πρέπει να αφεθούν στην εκμετάλλευση από μορφώματα αντισυστημικά ή/και επικίνδυνα για τη δημοκρατία. Με άλλα λόγια, το ζήτημα δεν εστιάζεται στον πολιτικό λόγο αλλά στα εκάστοτε πολιτικά αντικείμενα, με διάκριση μεταξύ τους, με έμφαση στις αποχρώσεις και, βέβαια, με επικέντρωση στις προτεινόμενες λύσεις.

Η περίοδος της απομόνωσης ολόκληρων θεματικών πεδίων ως μολυσματικών έχει λήξει, παρότι πολλοί θα εξακολουθήσουν για ένα ακόμη διάστημα να επαναλαμβάνουν παρωχημένες αναλύσεις και προτάσεις. Στην πραγματικότητα, ο πατριωτισμός, η έμφαση σε διαστάσεις της εθνικής κυριαρχίας, ο οικοσκεπτικισμός, ο εντεινόμενος έλεγχος των εξωτερικών συνόρων και της μετανάστευσης θα πρέπει να αποενοχοποιηθούν και να τοποθετηθούν σε ένα πλαίσιο ορθολογικής συζήτησης και κριτικής αποτίμησης.

Όπως έχω επισημάνει στο παρελθόν, ο οικοσκεπτικισμός συγκροτείται – σχεδόν κάτω από το ραντάρ – ως ένας κρίσιμος πυλώνας της πολιτικής της νεότερης Νέας Δεξιάς στην Ευρώπη. Γενικότερα, η αμφισβήτηση οριακά της πραγματικότητας της κλιματικής αλλαγής και, κυρίως, του τρόπου κατανομής των βαρών για την αντιμετώπισή της, χαρακτηρίζει με αυξανόμενο ρυθμό αυτό τον πολιτικό χώρο, με ειδική αναφορά στους μικροϊδιοκτήτες και, κυρίως, τους αγρότες.

Όμως ο Τραμπ είναι ένα διακριτό φαινόμενο. Ο Τραμπ έχει εκμεταλλευθεί την απόσταση που αισθάνονται πολλοί Αμερικανοί, ειδικά των μεσοδυτικών πολιτειών αλλά όχι μόνο, από το ομοσπονδιακό επίπεδο, ειδικά όταν περιέλθουν σε κάποια δύσκολη φάση της ζωής τους, όπως είναι μια μεγάλη περίοδος ανεργίας. Την απόσταση που αισθάνονται, γενικότερα, από τις πολιτικές ελίτ της Ανατολικής Ακτής τις οποίες εν πολλοίς ταυτίζουν με το Δημοκρατικό Κόμμα. Με την περίοδο Κλίντον, την περίοδο Ομπάμα, την περίοδο Μπάιντεν.

Ο Τραμπ είναι μια ειδική αμερικανική περίπτωση, αλλά θα συμφωνήσω μαζί σας ότι σε διεθνές επίπεδο η συνεχής επικράτηση, ας το πούμε, δυνάμεων της ακροδεξιάς ή και της δεξιάς πέραν της κεντροδεξιάς δημιουργεί ουσιαστικές ανησυχίες, ειδικά σε σχέση με την λειτουργικότητα των ευρωατλαντικών δεσμών, της ευρωατλαντικής συμμαχίας. Εάν τα ζητήματα που ανησυχούν τους πολίτες δεν αντιμετωπιστούν και έχουμε τέτοιου είδους κόμματα όλο και περισσότερο ενισχυόμενα στην Ευρώπη και έχουμε παράλληλα το Νοέμβριο στις ΗΠΑ μια νίκη Τραμπ, κάτι βέβαια που δεν φαίνεται καθόλου σίγουρο σήμερα, τότε οι ευρωατλαντικοί δεσμοί θα τρωθούν. Και αυτό θα είναι πολύ ανησυχητικό για όλους μας, ιδιαίτερα καθώς η Ευρώπη δεν είναι καθόλου έτοιμη.

* Ο Κώστας Α. Λάβδας είναι Καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και έχει διατελέσει, μεταξύ άλλων, Senior Research Fellow στη London School of Economics και Καθηγητής στην Έδρα Ελληνικών και Ευρωπαϊκών Σπουδών «Κωνσταντίνος Καραμανλής» στο Fletcher School of Law and Diplomacy του Πανεπιστημίου Tufts στις ΗΠΑ.

Scroll to Top