Κωνσταντοπούλου-Φλωρίδης: Το χρονικό της υπόθεσης που δημιούργησε επεισόδιο στη Βουλή

Η χθεσινή κόντρα στη Βουλή μεταξύ του Γιώργου Φλωρίδη και της προέδρου της Πλεύσης Ελευθερίας, επανέφερε στον δημόσιο διάλογο την περιβόητη υπόθεση του «βιαστή με την τυρόπιτα» ο οποίος έτυχε της υπεράσπισης της Ζωής Κωνσταντοπούλου, κάτι που έθιξε ο Υπουργός Δικαιοσύνης. Στην υπόθεση αυτή, λοιπόν, αναφέρθηκε από το βήμα της Βουλής ο κ. Φλωρίδης. Λίγο πριν ξεκινήσει την εξιστόρηση της υπόθεσης του «βιαστή με την τυρόπιτα», ανέφερε: «Ακούσαμε την κυρία Κωνσταντοπούλου να μας λέει: “Τι χρώμα έχει η δικαιοσύνη, τι γεύση, πώς μυρίζει;”. Ας το δούμε λοιπόν. Ακούστε κάποια ονόματα…».

Με την πρόεδρο της Πλεύσης Ελευθερίας να φωνάζει «ψέματα» από τα έδρανα, όσο μιλούσε ο υπουργός Δικαιοσύνης, εκείνος συνέχισε: «Υπάρχουν οι καταγγελίες της περιόδου εκείνης από τις γυναικείες οργανώσεις. Για τα βασανιστήρια που κάνατε σε εκείνες τις γυναίκες. Βασανιστήρια κανονικά. Μπρος πίσω».

Το χρονικό της υπόθεσης

Όλα έλαβαν χώρα από το 2005 και ύστερα. Ο Εμμανουήλ Αριστόβουλος εκείνο το καλοκαίρι προσέγγιζε τουρίστριες στην περιοχή γύρω από την Ακρόπολη, προσφέροντάς τους δωρεάν ξενάγηση στην Αθήνα. Μετά την εμπιστοσύνη που κέρδιζε, τους πρόσφερε τυρόπιτα που περιείχε το υπνωτικό χάπι Stilnox. Όταν τα θύματα έχαναν τις αισθήσεις τους, τα μετέφερε σε ξενοδοχεία και τα βίαζε.

Η πρώτη καταγγελία έγινε στις 6 Μαρτίου 2005 από την 29χρονη Αυστραλή τουρίστρια Νάταλι Κάρνιφ, η οποία περιέγραψε τη διαδικασία της προσέγγισης και της επίθεσης.

Ο δράστης, πατέρας δύο παιδιών, παραδέχθηκε αρχικά τις κατηγορίες, επικαλούμενος ψυχολογικά και συζυγικά προβλήματα, αλλά αργότερα υποστήριξε ότι τα θύματα είχαν συναινέσει. Η υπεράσπισή του ανατέθηκε στη Ζωή Κωνσταντοπούλου, βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ. Η δίκη ήταν εξαιρετικά χρονοβόρα, με συνεχείς αναβολές και ενστάσεις από την πλευρά της υπεράσπισης. Από το 2006 έως το 2013, οι δίκες αναβλήθηκαν για διάφορους λόγους, όπως αποχές δικηγόρων, απεργίες, απουσία θυμάτων και μαρτύρων, καθώς και αιτήματα εξαίρεσης δικαστών.

Όλα αυτά τα χρόνια η υπόθεση σερνόταν καθώς επαναλαμβανόταν εφιαλτικά το ίδιο σκηνικό για τα τέσσερα θύματα που υποχρεώνονταν να έρχονται στην Ελλάδα από τον Καναδά και την Αυστραλία και να αναχωρούν προς τις πατρίδες τους άπρακτες, δίχως δικαίωση. Χώρια που οι νεαρές αυτές γυναίκες έπρεπε κάθε φορά να υποβάλλονται στο μαρτύριο της οδυνηρής ανάμνησης και να καλύπτουν εξ ιδίων πόρων τα δαπανηρά έξοδα μετάβασης και παραμονής τους στην Ελλάδα.

Ένα από τα θύματα, μία τουρίστρια από τον Καναδά είχε δηλώσει σε συνέντευξή της στον Σταύρο Θεοδωράκη: «Η συνήγορος του κατηγορούμενου ισχυρίστηκε ότι είναι απασχολημένη με κάποια άλλη υπόθεση στην επαρχία. Μια υπόθεση που ανέλαβε μόλις την προηγούμενη εβδομάδα. Τους είπα ότι είχα έρθει από τον Καναδά. Το ήξεραν άλλωστε. Τους παρακάλεσα να διακόψουν εν ανάγκη και να γίνει η δίκη την επόμενη εβδομάδα. Τίποτα».

Η τελική ποινή που επιβλήθηκε στον δράστη ήταν 12 χρόνια φυλάκισης. Ωστόσο, το 2015, με τον νόμο Παρασκευόπουλου, αποφυλακίστηκαν πολλοί κρατούμενοι, συμπεριλαμβανομένων εγκληματιών όπως ο δράστης της υπόθεσης. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου, ως πρόεδρος της Βουλής, είχε δηλώσει «ανακουφισμένη» για την ψήφιση του νομοσχεδίου, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις από πολιτικούς αντιπάλους, οι οποίοι την κατηγόρησαν για υπεράσπιση εγκληματιών.

Έστηνε καρτέρι στην Πλάκα

Ο δράστης των βιασμών, ένας μεσήλικος ναυτιλιακός υπάλληλος, πατέρας δύο παιδιών, έστηνε καρτέρι στα πλακόστρωτα σοκάκια της Πλάκας και των μονοπατιών γύρω από την Ακρόπολη περιμένοντας μέχρι να εντοπίσει ασυνόδευτες τουρίστριες που περιφέρονταν μόνες στα αξιοθέατα.

Τις προσέγγιζε, τους μιλούσε αρχικά στα ελληνικά για να βεβαιωθεί ότι δεν πρόκειται για Ελληνίδες και στη συνέχεια με σπαστά αγγλικά ρωτούσε να του πουν πώς θα πάει, δήθεν, σε κάποιο μαγαζί. Σε όσες άνοιγαν ανυποψίαστα και ευκολόπιστα κουβέντα μαζί του, τους έλεγε ότι είναι Ελληνογάλλος πιλότος της Air France, ονομάζεται Αλέξανδρος, λατρεύει την αρχαία Ελλάδα και ανάμεσα σε ακατάπαυστες λοιπές σαχλαμάρες προθυμοποιούνταν, αν αυτές το ήθελαν, να τις ξεναγήσει στις αρχαιότητες ανάμεσα σε πλήθος επισκεπτών.

Ακόμα και η πιο καχύποπτη τουρίστρια δεν φανταζόταν ότι σε ένα πολυσύχναστο τουριστικό μέρος σαν το θέατρο Διονύσου θα κινδύνευε να βιαστεί μεσημεριάτικα. Με την ίδια αθώα κατανόηση αποδεχόταν χωρίς ανησυχία και την προσφορά μισής από την τυρόπιτα που ο ίδιος έτρωγε υπό την προτροπή «να δοκιμάσει ελληνικές γεύσεις». Πού να διανοηθεί το εντός ολίγου θύμα βιασμού ότι ο δράστης θα έκρυβε επιμελώς ένα δισκίο από το βαρύ υπνωτικό χάπι Stilnox στο κομμάτι της προσφερόμενης τυρόπιτας; Ωστόσο, το μετέπειτα κέρασμα ενός ποτού για να έρθουν, όπως ο ίδιος έλεγε, «στο πνεύμα των θεών» επιδρούσε στην απώλεια της συνείδησής τους, όπως ακριβώς περιγράφεται στις αντενδείξεις της ανάμειξης του χαπιού με το αλκοόλ.

Η σπανακοτυρόπιτα – μαϊμού αφροδισιακό

Το αρχικό νήμα στο κουβάρι της υπόθεσης ξεκινά το πρωινό της 5ης Μαρτίου του 2005, όταν η Καναδή Ντάνα Μαρί Σέιντ έφτανε στην Αθήνα από την Αγγλία όπου θα έμενε λίγες ημέρες και μετά θα πέταγε για Αίγυπτο.

Όταν αποφάσισε να πάει στην Ακρόπολη, στην περιοχή της Πλάκας την πλησίασε ένας άνδρας που τη ρώτησε αθώα αν ήταν μόνη της στην Ελλάδα. «Όταν του απάντησα θετικά με ρώτησε αν ήθελα να με ξεναγήσει στην Ακρόπολη. Ήξερε πολύ καλή Ιστορία. Τον πίστεψα και πήγα μαζί του βόλτα. Περίπου στις 14.30 με ρώτησε αν έχω φάει ποτέ ελληνικό φαγητό. ‘Οταν απάντησα “όχι”, μου είπε ότι θα πάει να μου φέρει μια σπανακόπιτα. Πράγματι, μετά από λίγο επέστρεψε και μου είπε να φάω γρήγορα τη μια γωνία για να μη μου πέσει κάτω. Η πρώτη μπουκιά που έφαγα είχε μια περίεργη γεύση. Όμως η υπόλοιπη ήταν πολύ ωραία. Λίγο αργότερα, περίπου στις 14.50, πήγαμε σε ένα μπαρ όπου ήπιαμε ένα ποτό. Από εκείνη την ώρα και μετά δεν θυμάμαι πλέον τίποτα», τονίζει στην κατάθεσή της στους αστυνομικούς το πρώτο θύμα βιασμού.

Το καλοσχεδιασμένο δρομολόγιο του «βιαστή της τυρόπιτας» περιελάμβανε το να σύρει την ανυπεράσπιστη και ζαλισμένη τουρίστρια σε παρακείμενο ξενοδοχείο, όπου υπό την επήρεια της νάρκωσης και με χαμένη την αίσθηση αυτοκυριαρχίας της, τη βίαζε. Στη ρεσεψιόν δεν παρέδιδε ποτέ την ταυτότητά του προφασιζόμενος ότι την είχε ξεχάσει, ενώ επέβαλλε στο άβουλο πλέον θύμα του να παραδώσει το δικό του διαβατήριο. Μετά την ολοκλήρωση της αρρωστημένης σεξουαλικά πράξης του, είτε οδηγούσε το υπό παραισθήσεις θύμα του στο μετρό και το παράταγε, είτε το εγκατέλειπε στο ξενοδοχείο.

Σύμφωνα με την κατάθεση της Ντάνα Μαρί Σέιντ, «στις 11 το βράδυ ξύπνησα σε ένα ξενοδοχείο στην περιοχή της Πλάκας. Βρισκόμουν στο κρεβάτι και φορούσα μόνο την μπλούζα και το σουτιέν μου. Από τη μέση και κάτω ήμουν γυμνή. Πιστεύω ότι η σπανακόπιτα είχε κάτι μέσα. Είχε ρίξει κάτι μέσα για να με ζαλίσει».

Ο ζωντανός εφιάλτης της συνεχίστηκε και την επόμενη μέρα σωρεύοντας μέσα της ανάμεικτη οργή και αγανάκτηση. «Πήγα στην Αστυνομία και μου είπαν ουσιαστικά ότι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα. Επέμεινα. Πήγα και σε δεύτερο αστυνομικό τμήμα. Τελικά μου είπαν να πάω στο νοσοκομείο. Επισκέφθηκα τρία νοσοκομεία για να βεβαιωθεί ο βιασμός και να διαπιστωθεί ποια ναρκωτική ουσία μού είχε δώσει. Αισθάνθηκα πολύ άβολα γυρνώντας από γιατρό σε γιατρό και λέγοντας τα ίδια και τα ίδια», έλεγε το 2015.

Ο βιαστής της διπλανής πόρτας

Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού του 2005 ήδη τρεις ακόμα επώνυμες καταγγελίες για βιασμό είχαν υποβληθεί στο Αστυνομικό Τμήμα της Ακρόπολης. Με τον ίδιο προκάτ τρόπο ένας περίεργος μεσήλικας τις τάισε τυρόπιτα και τις κέρασε ποτό και μετά, όταν ήταν μισολιπόθυμες, τις βίασε.

Η Ασφάλεια έδειξε στα θύματα φωτογραφίες υπόπτων, όμως κανένα δεν αναγνώρισε τον βιαστή του. Άλλωστε ο Εμμανουήλ Αριστόβουλος είχε λευκό ποινικό μητρώο και διέθετε το προφίλ ενός συνηθισμένου οικογενειάρχη της διπλανής πόρτας, που ουδέποτε είχε δώσει δικαιώματα υποψιών για διαστροφική δραστηριότητα.

Για τους αστυνομικούς τα τυχαία περιστατικά είχαν συναρμολογηθεί σκιαγραφώντας το πρόσωπο ενός μεσήλικα που προέκυπτε από τις περιγραφές των τεσσάρων θυμάτων. Παράλληλα η Αστυνομία έψαχνε εξονυχιστικά στα μέρη που της είχαν υποδείξει τα θύματα. Εν τω μεταξύ είχε προηγηθεί η ανεύρεση σε δωμάτιο ξενοδοχείο μιας 19χρονης αλλοδαπής σε ιδιαίτερα βεβαρημένη κατάσταση και με εμφανή σημάδια κακοποίησης. Οι μυστικοί αστυνομικοί που όργωναν την περιοχή κατάφεραν να τον εντοπίσουν τον Σεπτέμβριο του 2005 μετά την τέταρτη καταγγελία για βιασμό εις βάρος του και να του περάσουν χειροπέδες.

Αποκαλύφτηκε ότι επρόκειτο για τον 46χρονο τότε Εμμανουήλ Αριστόβουλο ο οποίος ομολόγησε τα αδικήματά του, παραδεχόμενος ότι έλιωνε τα υπνωτικά χαπάκια δήθεν για να χαλαρώσει τα θύματά του. Πριν από την προφυλάκισή του αναγνωρίστηκε από την τελευταία παθούσα. Από τα υπόλοιπα τρία θύματα που βρίσκονταν στις μακρινές τους χώρες δεν ζητήθηκε αναγνώριση από τις ανακριτικές αρχές, ίσως επειδή ο δράστης είχε ομολογήσει και γι’ αυτές τις εγκληματικές πράξεις του και επιδείξει μεταμέλεια. Στη συνέχεια, όμως, άρχισε να υποδύεται το θύμα επικαλούμενος σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα που προέρχονταν από τα παιδικά του χρόνια, επαναλαμβάνοντας ότι την κατάσταση τη χειροτέρεψαν κάποια θέματα που είχε με τη σύζυγό του, λέγοντας ότι «ήμουν θολωμένος, δεν καταλάβαινα τι έκανα. Ενεργούσα υπό το καθεστώς ψυχοπάθειας και ψυχικής ανισορροπίας». Στη δε ανακρίτρια άλλαξε πάλι στάση και υποστήριξε ότι ναι μεν πότιζε τα θύματά του με χάπια, αλλά δεν τις βίαζε αφού είχε τη συγκατάθεσή τους για την ερωτική πράξη.

Η ανοιχτή επιστολή

Ανάμεσα στα θύματα του βιαστή που συμπεριλαμβάνονται η Αυστραλή Ντάνα Μαρί Σέιντ, μια ακόμη συμπατριώτισσά της και μια Δανέζα τουρίστρια, η Καναδή Νάταλι Κάρνιφ, το τελευταίο θύμα του βιαστή, είχε μιλήσει στο «ΘΕΜΑ» για την υπόθεση που, όπως η ίδια έλεγε, ήθελε να σβήσει μια για πάντα από το μυαλό της.

Η Καναδή δημοσιογράφος και blogger είναι εκείνη που πρωτοστάτησε για να καταδικαστεί και να τιμωρηθεί ο δράστης τον Μάρτιο του 2015 στο Β’ Μεικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών σε δέκα χρόνια κάθειρξη -παρότι η πρωτόδικη ποινή του ήταν 12 χρόνια- για τον βιασμό που η ίδια υπέστη. Στο μεσοδιάστημα, μετά από τρενάρισμα της υπόθεσης επί εννιά ολόκληρα χρόνια, είχε απευθύνει ανοιχτή επιστολή στην τότε συνήγορο του κατηγορούμενου, βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Ζωή Κωνσταντοπούλου, μέσω της οποίας ζητούσε να προχωρήσουν οι διαδικασίες. Παράλληλα, αφού χρειάστηκε να ταξιδέψει αρκετές φορές στην Ελλάδα για να παρακολουθήσει τις αναβολές της δίκης, αναρωτιόταν γιατί μια αποδεδειγμένα προοδευτική πολιτικός, ευσυνείδητη επαγγελματίας αλλά και γυναίκα, αντί να στέκεται στο πλευρό των θυμάτων, υπερασπίζεται και βοηθά βιαστές.

Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε στην επιστολή της: «Το μόνο πράγμα που θα ήθελα να πω στη βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Ζωή Κωνσταντοπούλου είναι αυτό: Φανταστείτε να βρίσκεστε σε μια χώρα όπου δεν γνωρίζετε κανέναν και δεν μιλάτε τη γλώσσα. Φανταστείτε να ξυπνάτε σε ένα σκοτεινό δωμάτιο από την πρώτη μέρα που επισκεφτήκατε την ξένη αυτή χώρα, καθώς συνειδητοποιείτε ότι είστε αναίσθητη γιατί ένας άγνωστος σας νάρκωσε με υπνωτικά και διά της βίας διείσδυσε μέσα σας. Φανταστείτε πόσο τρομοκρατημένη και πόσο μόνη θα αισθανόσασταν και πόσο πολύ θα προσευχόσασταν να εμφανιστεί κάποιος να σας βοηθήσει. Κυρία Κωνσταντοπούλου, είστε μια γυναίκα με δύναμη και μια σημαντική πολιτική φωνή στη χώρα σας. Θα μπορούσατε να έχετε κάνει κάτι για να μας βοηθήσετε όλες τις γυναίκες που πέσαμε θύματα βιασμού. Αντ’ αυτού κάνατε το αντίθετο. Ποτέ δεν θα το καταλάβω αυτό! Σας προκαλώ να υπερασπιστείτε δημοσίως τις ενέργειές σας. Έχετε το θάρρος;».

Κύλιση στην κορυφή