Ιουλία Τσέτη υποψήφια ΣΕΒ

Ιουλία Τσέτη: Yποψήφια για πρόεδρος του ΣΕΒ

Την υποψηφιότητά της για την θέση της προέδρου στις εκλογές του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) ανακοίνωσε η διευθύνουσα σύμβουλος του Ομίλου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων ΤΣΕΤΗ (ΟΦΕΤ), Ιουλία Τσέτη, ολοκληρώνοντας την ομιλία της στο ετήσιο διεθνές συνέδριο του ΠΣΕ «Η Αυξανόµενη Εξωστρέφεια της Ελληνικής Οικονοµίας». Σε ό,τι αφορά στην φαρμακοβιομηχανία, η κυρία Τσέτη στην ομιλία της αναφέρθηκε στις δυνατότητες του κλάδου προσθέτοντας ότι «χρειαζόμαστε συνεργασίες ώστε να καταστεί η Ελλάδα κόμβος καινοτομίας».

Υπογράμμισε ότι η φαρμακοβιομηχανία, αποτελεί βασικό επενδυτικό κλάδο της οικονομίας, που στηρίζει υποδειγματικά το ΑΕΠ, την απασχόληση κατά 65%- καθώς απασχολεί ήδη 29.000 εργαζομένους- τη δημόσια υγεία- καλύπτοντας σε ποσοστό 60% των αναγκών των ασθενών στην Ελλάδα- ενώ το φάρμακο, αποτελεί επίσης το δεύτερο εξαγώγιμο προϊόν, με εξαγωγές του κλάδου ύψους 2,6 δις ευρώ, που κατευθύνονται σε 147 χώρες παγκοσμίως.

Επίσης εξαιρετικά σημαντική, πρόσθεσε, είναι η ύπαρξη 110 νεοφυών επιχειρήσεων στο χώρο των βιοεπιστημών υγείας και διεθνούς φήμης επιστήμονες που στελεχώνουν τα πανεπιστήμια, τα νοσοκομεία και τα ερευνητικά μας κέντρα.

«Οι εξαγωγές των επιχειρήσεων και το έντονο εξωστρεφές μοντέλο, μπορεί να αποτελέσει πραγματικό οχυρό για την οικονομία αλλά και τις ίδιες τις επιχειρήσεις, σε κάθε εποχή και όταν οι κρίσεις διαδέχονται η μία την άλλη» υπογράμμισε η κυρία Τσέτη ζητώντας να ενισχυθεί η βιομηχανική παραγωγή στην Ελλάδα.

«Είναι αναγκαίο, συνέχισε, να ληφθούν μέτρα, όπως η προώθηση της καινοτομίας, της έρευνας και ανάπτυξης, η εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση για την αύξησης της εργατικής δύναμης, η ενίσχυση των υποδομών, η δημιουργία ευνοϊκού επιχειρηματικού περιβάλλοντος και η εφαρμογή πολιτικών που προωθούν την αειφορία, τη βιωσιμότητα και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων».

Επιπλέον υπογράμμισε τη σημασία της ανακύκλωσης των φαρμάκων και της πράσινης ανάπτυξης της βιομηχανίας ενώ τόνισε ότι η χώρα μας πρέπει να εστιαστεί στην μεταμόρφωσή της σε γεωγραφικό Κόμβο Καινοτομίας, Τεχνογνωσίας και Αριστείας, καθώς και στη διαμόρφωση μίας ρήτρας συνυπευθυνότητας μεταξύ πολιτείας και επιχειρήσεων, προκειμένου οι νέοι άνθρωποι να αποφασίσουν να παραμείνουν στην Ελλάδα, δημιουργώντας μία χώρα προόδου και ευημερίας. Δηλαδή, κατέληξε, χρειαζόμαστε αλλαγή κουλτούρας για την ενίσχυση της έρευνας και καινοτομίας στη χώρα μας και πολύ δουλειά.

Αναφέρω συχνά τελευταία, ότι στην Ελλάδα διαθέτουμε βασική έρευνα και έχουμε λαμπρούς επιστήμονες. Ωστόσο, η έρευνα στη χώρα, χρειάζεται μία δυνατή ώθηση προς τα εμπρός, όπως αύξηση επενδύσεων, επείγουσα διασύνδεση της βιομηχανίας και των επιχειρήσεων με την ακαδημαϊκή κοινότητα, δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για τους ερευνητές, προκειμένου να σταματήσει η επιστημονική μεταναστευτική αιμορραγία, ενίσχυση του ακαδημαϊκού και ερευνητικού δυναμικού μέσω επιδοτήσεων και προγραμμάτων κινητικότητας και δημιουργία επιστημονικών Κέντρων Αριστείας και καινοτομίας.

Επίσης, η ενίσχυση της εκπαίδευσης και της παιδείας σε επίπεδο βασικής και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι σημαντική προκειμένου να δημιουργηθεί μία νέα γενιά ερευνητών και επιστημόνων και να αναδειχθούν τα ταλέντα, που τόσο πολύ έχουμε ανάγκη στην Ελλάδα. Τα νέα ταλέντα και οι ερευνητές, είναι αυτοί που θα δημιουργήσουν τις νεοφυείς, έξυπνες – start up- επιχειρήσεις οι οποίες θα ταξιδέψουν και στις παγκόσμιες γειτονιές του κόσμου.
Και τέλος, Βιώσιμη ανάπτυξη.

Η παγκόσμια πρωτοβουλία για την εταιρική βιώσιμη ανάπτυξη, αποτελεί κινητήριο δύναμη για την οικοδόμηση ενός βιώσιμου μέλλοντος, καθώς και κεντρικό άξονα για το σύγχρονο επιχειρείν και τη βιομηχανία.

Σε μία εποχή έντονων και απρόβλεπτων προκλήσεων, η εστίαση στη βιώσιμη ανάπτυξη δεν αφορά μόνο τις περιβαλλοντικές κρίσεις, αλλά συνεπάγεται και την προσαρμογή των επιχειρηματικών μοντέλων σε συνθήκες κοινωνικής δικαιοσύνης, και άρσης των ανισοτήτων, οικονομικών και κοινωνικών.

Στη βιομηχανία ειδικότερα, ο ρόλος της βιώσιμης ανάπτυξης είναι κρίσιμος. Ήδη, αναζητούμε νέους τρόπους παραγωγής που να μειώνουν τις εκπομπές των ρύπων, ενσωματώνοντας ένα πιο «πράσινο» και αποτελεσματικό μοντέλο ανάπτυξης. Επιπλέον, μέσω της έρευνας και της καινοτομίας, οι επιχειρήσεις αναπτύσσουν νέες τεχνολογίες που είναι πιο φιλικές προς το περιβάλλον και πιο αποδοτικές σε επίπεδο πόρων.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Scroll to Top