Ο Σεμπαστιάν Λεκορνί ανακοίνωσε την παραίτησή του, λίγες μόλις εβδομάδες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του ως πρωθυπουργός. Όπως δήλωσε, «δεν μπορεί κανείς να είναι πρωθυπουργός όταν δεν πληρούνται οι κατάλληλες προϋποθέσεις», αφήνοντας να εννοηθεί πως το πολιτικό κλίμα και η έλλειψη στήριξης από τα κόμματα αποτέλεσαν καθοριστικούς παράγοντες για την απόφασή του.
Παρά την προσπάθειά του να διαμορφώσει μια κοινή πορεία με τους κοινωνικούς εταίρους, ανέφερε πως «τις τελευταίες τρεις εβδομάδες, δεν έχω μιλήσει πολύ και έχω προσπαθήσει να χαράξω μία πορεία με τους κοινωνικούς εταίρους», κάτι που τελικά δεν απέδωσε τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Το βράδυ της Κυριακής (05/10) παρουσίασε το πρώτο μέρος του κυβερνητικού σχήματος, ωστόσο η νέα σύνθεση δεν φάνηκε να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες για ουσιαστική ανανέωση. Παρά τις εξαγγελίες περί «απομάκρυνσης από τα δεσμά του παρελθόντος», έντεκα υπουργοί παρέμειναν στις θέσεις τους, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις και επικρίσεις.
Κατά την ομιλία του από το Matignon, την επίσημη πρωθυπουργική κατοικία, ο Λεκορνί εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για τις πολιτικές σκοπιμότητες που κυριάρχησαν, δηλώνοντας πως καταδικάζει τις «κομματικές φιλοδοξίες» που τον οδήγησαν σε αυτήν την απόφαση. Εξήγησε ότι βασική αιτία της παραίτησής του ήταν η άρνηση των κομμάτων να αποδεχτούν την ανάγκη για αλλαγή, ιδίως σχετικά με την κατάργηση του Άρθρου 49.3 του Συντάγματος, το οποίο χαρακτήρισε ως «βαθιά ρήξη».
Κατηγόρησε τα κόμματα ότι ενεργούν «σαν να είχαν όλα την πλειοψηφία στην εθνοσυνέλευση», επισημαίνοντας πως τόσο ο κυβερνητικός συνασπισμός όσο και η αντιπολίτευση δεν βοήθησαν στη δημιουργία ενός σταθερού πολιτικού περιβάλλοντος. «Ήμουν έτοιμος για συμβιβασμό», ανέφερε, εκφράζοντας την απογοήτευσή του που τελικά δεν επιτεύχθηκε ευρύτερη συναίνεση.