Η πρώτη ημέρα του πολυαναμενόμενου συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ στις 8 Νοεμβρίου 2024 ήρθε για να επιβεβαιώσει τις δυσμενείς προβλέψεις: ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα που γνώρισε την ακμή του μέσα από τη δυναμική και ενωτική ρητορική του, βρίσκεται σε τροχιά αυτοκαταστροφής, με τις εσωτερικές του διαμάχες να εκθέτουν σε κοινή θέα τον διάχυτο διχασμό και την αποξένωση των στελεχών του. Το θέαμα που παρακολουθήσαμε θύμιζε περισσότερο κακοστημένη φαρσοκωμωδία παρά σοβαρή πολιτική διαδικασία, δίνοντας ένα σαφές μήνυμα: η διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ σε συνθήκες πλήρους διάλυσης είναι αναπόφευκτη.
Από την πρώτη στιγμή, η αναξιοπιστία και η ένταση είχαν τον πρώτο λόγο. Οι εσωτερικές διαφωνίες, που παρέμεναν μέχρι πρότινος υποβόσκουσες, ξεχύθηκαν εκρηκτικά στην επιφάνεια, καταστρέφοντας κάθε ψευδαίσθηση ενότητας. Σημείο αναφοράς αποτέλεσε η αποχώρηση του Πέτρου Παππά, ενός προσώπου-κλειδί, που με αιχμηρές δηλώσεις αποχώρησε από το συνέδριο διαμαρτυρόμενος για αναξιοπρεπείς διαδικασίες και προκλητικές μεθοδεύσεις. Ο Παππάς δεν αρκέστηκε απλώς να αποχωρήσει· κατήγγειλε δημοσίως την κατανομή των συνέδρων, αφήνοντας σαφή υπονοούμενα περί αδιαφάνειας και σκοτεινών συμφερόντων που, σύμφωνα με τον ίδιο, φαίνεται να ελέγχουν τη διαδικασία και να την κατευθύνουν προς όφελός τους.
Η απόφαση για μετάθεση του συνεδρίου στις 8 Νοεμβρίου είχε ήδη προδιαγράψει τις δυσκολίες που θα ακολουθούσαν. Η Θεοδώρα Τζάκρη, εκπρόσωπος του Στέφανου Κασσελάκη, εξέφρασε ανοιχτά τη διαφωνία της, τονίζοντας ότι η αλλαγή ημερομηνίας εξυπηρετούσε προφανώς συγκεκριμένα συμφέροντα. Η αντίδραση αυτή τροφοδότησε περαιτέρω τις υποψίες για υπογείες συμφωνίες και εσωτερικές διαπλοκές που διαλύουν την όποια αξιοπιστία του κόμματος και φέρνουν στο προσκήνιο τις αναρίθμητες αδυναμίες του ΣΥΡΙΖΑ. Σε ένα κόμμα όπου ο ίδιος ο σκοπός του συνεδρίου τίθεται υπό αμφισβήτηση και τα κίνητρα όσων το οργανώνουν αμφισβητούνται ευθέως, είναι απορίας άξιο πώς ο ΣΥΡΙΖΑ πιστεύει ότι μπορεί να σταθεί ενώπιον της κοινωνίας και να διεκδικήσει εκ νέου την εμπιστοσύνη των πολιτών.
Η εκλογή συνέδρων που πραγματοποιήθηκε στις 2 και 3 Νοεμβρίου υπήρξε μια ακόμα αφορμή για διαμάχες. Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα στρατόπεδα θύμιζε φοιτητικές εκλογές, όπου η κάθε πλευρά διεκδικεί τη «νίκη» της με επικοινωνιακά πυροτεχνήματα, αντί για σοβαρή ανάλυση των πραγματικών ζητημάτων που απασχολούν το κόμμα. Οι διαρροές των αποτελεσμάτων, με κάθε στρατόπεδο να πανηγυρίζει τη «δική του νίκη», φανερώνουν την απουσία σεβασμού για τις δημοκρατικές διαδικασίες και αναδεικνύουν την άγνοια των ηγετικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ για το τι σημαίνει ενότητα και συστράτευση για έναν κοινό σκοπό.
Τι αποκαλύπτει, τελικά, αυτή η πρώτη μέρα του συνεδρίου; Το γεγονός ότι οι εσωτερικές διαμάχες δεν πρόκειται να καταλαγιάσουν, αλλά αντιθέτως να ενταθούν. Οι προσωπικές φιλοδοξίες φαίνεται να υπερβαίνουν τις ανάγκες του κόμματος, ενώ οι «υπόγειες» συμμαχίες και οι συστηματικές αποχωρήσεις δηλώνουν πως οι ρωγμές στη δομή του κόμματος δεν είναι επιφανειακές, αλλά βαθιές και ενδεχομένως αξεπέραστες. Η παλαιότερη ενότητα που κάποτε ενέπνεε τον ΣΥΡΙΖΑ έχει πια κατακερματιστεί, και η αδυναμία του κόμματος να σταθεί ενωμένο απέναντι στις προκλήσεις της εποχής μαρτυρά την πλήρη αποσύνθεση της συνοχής του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει, για άλλη μια φορά, ανίκανος να αντεπεξέλθει στις εσωτερικές του διαμάχες και τις αδιαφανείς διαδικασίες που το στοιχειώνουν. Το συνέδριο της 8ης Νοεμβρίου θα παραμείνει στη μνήμη όλων ως η στιγμή που το κόμμα απέτυχε να ενώσει τα κομμάτια του και, αντί να επικεντρωθεί στη μελλοντική του πορεία, παρασύρθηκε σε εσωτερικές αντιπαραθέσεις και διχόνοιες.
Από την αποχώρηση του Παππά μέχρι τις αλληλοκατηγορίες και τις διαρροές, η πορεία αυτή προς τη διάλυση δείχνει να είναι τόσο άμεση όσο και αναπόφευκτη. Ήταν, όπως φαίνεται, ένα προδιαγεγραμμένο τέλος για ένα κόμμα που, αντί να διδαχθεί από τα λάθη του, βυθίστηκε περαιτέρω στις εσωτερικές του έριδες και τις προσωπικές αντιπαλότητες.
Το σύνθημα «ήταν δίκαιο και έγινε πράξη», με το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ κάποτε υποσχόταν δικαιοσύνη και πρόοδο, σήμερα παίρνει μια ειρωνική διάσταση: η εσωτερική διάλυση του κόμματος υπήρξε δίκαιη, με την έννοια της αναπόφευκτης συνέπειας μιας ελλιπούς δομής, και πράγματι έγινε πράξη. Ο ΣΥΡΙΖΑ διαλύθηκε σε ό,τι ακριβώς τον συνέθεσε: αντιπαλότητες, προσωπικές φιλοδοξίες και ένα μίγμα ασυνέπειας και ατολμίας που απέδειξε ότι δεν είναι αρκετό για να διατηρηθεί ένα σύγχρονο κόμμα ενωμένο και ισχυρό.