Αμείλικτη Δικαιοσύνη και Κοινωνικός Μιθριδατισμός

του Χαράλαμπου Κατσιβαρδά

«Δεν είναι βέβαια εύκολο να μην κλάψει κανείς όταν βρίσκεται μπροστά στο θάνατο ενός αγαπημένου του προσώπου, αλλά, όπως λέγει κάπου αλλού ο απόστολος Παύλος, εμείς δεν θλιβόμεθα και δεν κλαίομε, ώσπερ, οι λοιποί μη έχοντες ελπίδα. Θα κλάψει κανείς μπροστά στο θάνατο, θα λυπηθεί, διότι ο Θάνατος πληγώνει, όπως είπα, την αγάπη, αλλά δεν θα πιστέψει ποτέ ότι ο θάνατος έχει την τελευταία λέξη και μπορεί να εξαφανίσει τον δεσμό τον οποίο δημιουργεί η αγάπη» (Μητροπολίτης Περγάμου-100 κηρύγματα, σελ 47).

Είναι πρόδηλον, ότι η ειρηνική και πάνδημη εκδήλωση της αντίδρασης συμπάσης της Ελληνικής κοινωνίας, την 28η-2-2025, εξικνουμένης πέραν και εκ των στενών συνόρων, συνίσταται, εις το θεμελιώδες δικαίωμα των πολιτών, να συμπαρασταθούν προς τους γονείς των 57 θυμάτων, της Εθνικής Τραγωδίας των Τεμπών, να διεκδικήσουν το έλασσον, δια τις ζωές αυτές των τεθνεώτων προσώπων, δια τα οποία κόπηκα, ανεκκλήτως, βιαίως και αδοκήτως το νήμα της ζωής των, ακριβώς λόγω της κατισχύσεως των χρόνιων θεσμικών αβελτηριών, πράξεων δηλαδή και παραλείψεων εν γένει του Κράτους.

Η ως άνω Εθνική δυστυχώς Τραγωδία, διαδέχθηκε το «Μάτι», πλην όμως φαίνεται να μην έχει αλλάξει τίποτε εις την ανοργάνωτη και φαινομενικά εν τέλει μη «Συντεταγμένη» Πολιτεία μας, καθότι, η ποθούμενη επί τη πράξη, άρτια οργάνωση, τα ενεργά θεσμικά αντανακλαστικά της καθώς και η λυσιτέλεια των δικαιοδοτικών μηχανισμών της κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας μας, φέρεται να εξαντλείται απλώς στα ακαδημαικά εγχειρίδια, αποδεικνύοντας την εγγενή και δομική δυσχέρεια αμέσου μετουσιώσεως της Θεωρία εις την Πράξη, εις το κοινωνικό γίγνεσθαι της ζωντανής Πολιτείας.

Εν προκειμένω, ομιλούμε για ένα δυστύχημα, το οποίο εν τω μέτρω του δυνατού, ίσως θα είχε αποφευχθεί εάν τηρούνταν, εξυπαρχής οι εκ του Νόμου, κανόνες ασφαλείας και εάν εν τοις πράγμασι υπήρχε, σύνεση, συνέπεια και συνείδηση προβλέψεως, των τυχόν, κατά το συνήθως συμβαίνον ελλοχευόντων κινδύνων, πλην όμως αντί της καθολικής και πλήρης λήψεως προνοίας και μερίμνης ως έδει εις μία σοβαρή πολιτεία, επί της αμαξοστοιχίας, ως ύστατη δικλείδα ασφαλείας ως προς άπασες τις παραμέτρους, αρχής γενομένης από τους κανόνες ασφαλείας, έως και την ενεργοποιήση της τηλεδιοικήσεως, αλλά και την άρτια εκπαίδευση του εκάστοτε σταθμάρχη και του εκασταχού μηχανοδηγού, επικράτησε, το ίδιον της Ελληνικής πραγματικότητας, του εκμαυλιστικού και διεφθαρμένου ωχαδελφισμού, συμμείκτου εν ψήγματι, με τον ωφελιμισμό, σοβούσες τάσεις αρρήκτως συνυφασμένες με την καχεξία της ανίατης παθογένειας του κομματισμού.

Η κρατούσα νοοτροπία του πελατειακού κράτους, η οποία συμπυκνώνεται εύγλωττα εις την φράση : «να βρω μία δουλειά να πέσει ο μισθός και δεν βαριέσαι…σε εμένα θα γίνει η στραβή», αυτή λοιπόν, είναι απεριφράστως η άτεγκτη καθημερινή αποστροφή του λόγου πολλών συμπολιτών μας, η οποία είθιστε έκπαλαι και διαχρονικώς να δεσπόζει εις την Ελληνική κοινωνία και να διέπει ως νοοτροπία τόσο του πολίτες όσο και τους πολιτικούς συλλήβδην, ανεξαρτήτως κομματικής ταυτότητας, ως εκ τούτου του αυτό συνέβη και εν προκειμένω, δηλαδή, κατίσχυσε, αναδυκνύοντας με τον πιο μελανό και τραγικό τρόπο, το απόστημα, η φλεγμονή και το πολιτικό εν γένει οίδημα της διαχρονικής αντικειμενικής ευθύνης μη θεραπείας- εξάλειψης αλλά ανοχής της ως άνω κείμενης νοοτροπίας και αντιλήψεως δια την λειτουργία του Κράτους μας.

Είμεθα ένα κράτος, το οποίο, δεν λειτουργεί τελεσφόρως και δεν φέρει τα αντανακλαστικά να βελτιωθεί ράγδην και να εξελιχθεί αμελλητί, όπως δει και επιτάσσεται εις τις σύγχρονες δημοκρατίες, η γενεσιουργός δε αιτία τούτων των δεινών, πολυαιτιοκρατική και σύνθετη, καθότι, ένιοι, εκ των πολιτικών μας, αντιμετωπίζουν την διαχείριση, των θεσμών, ως άθυρμα, αναλαμβάνοντες ανευθύνως, ή ελλείψει τριβής με την πραγματικότητα, θώκους ελέω κληρονομιάς, ή άνωθεν διαδοχής, με αποτέλεσμα να μην επιδεικνύουν τη δέουσα και απόλυτη προσοχή που απαιτείται.

Τα ερωτήματα δε τα οποία κατακλύζουν την σκέψη μας, για την διαχρονική ερμηνεία της ανικανότητας, των κομμάτων να εγκύψουν με συνέπεια εις τα προβλήματα της καθημερινότητας ιδίως μεταπολιτευτικώς,, καθίστανται λίαν βασανιστικά και άγαν ανυπέρβλητα και οσάκις, η ίδια ζωή, ή οι χρόνιες, εν άλλοις λόγοις, σοβούσες θεσμικές ακηδίες και αστοχίες αντιμετωπίζονται ως θεραπαινίδα και αντηρίδα, κομματικής αντιπολιτεύσεως παρά της εκάστοτε αξιωματικής ή ελλάσονος αντιπολιτεύσως, τόσο θα βαθαίνει το χάσμα, μεταξύ πολιτών και πολιτείας, διότι, θα εκλείπει οιαδήποτε διαλεκτική συνάφεια, με στόχο την σταθερή-αταλάντευτη βελτίωση και την προιούσα εξέλιξη.

Τα κόμματα, αφενός μεν, νέμόνται την εξουσία ως λάφυρο και ενίοτε αδιαφορούν επιδεικτικώς περιφρονώντας τις επιτακτικές και άλλοτε αδήριτες ανάγκες του Ελληνικού λαού, πλην όμως εξ ετέρου δε και ο ίδιος ο λαός αναισθητοποιείται, απεμπολεί πάσα κριτική σκέψη, δρα ως όχλος-υδαρή μάζα, φέρεται αγεληδόν, με φανατισμό, με συνέπεια όμως να τείνει καταδήλως εν τέλει, να εμφορείται από την «λοιμική» του κοινωνικού μιθριδατισμού, να ανέχεται το παν, με απονεκρωμένα αντανακλαστικά με κράτιστο απλώς γνώμονα την ιδιοτελή εξυπηρέτηση του μικρού κομματικού του συμφέροντος.

Άρα τις πταίει, το ψηλαφούμε ήδη, σήμερον, εις την υγιή διαμαρτυρία των συμπολιτών, οι οποίοι, έχουν να αντιμετωπίσουν, μία συμπαγή κομματική ομάδα, ιδίως εξ αριστερών, η οποία, επιχειρεί να καπηλευθεί ανιέρως, το ευαίσθητο τούτο ζήτημα, προς άγρα ψήφων, να εργαλειοποιήσει ανοσίως και να σφετερισθεί αηθώς, την πάνδημη αυτή μεγαλειώδη διαμαρτυρία, εκτρέποντας παρελκυστικώς την προσοχή της κοινής γνώμης εκ του καιριού και διακαώς και επιμόνως εκζητουμένου εκ του συλλαλητηρίου, ζωτικού ζητήματος της αμέσου και ανεξαρτήτου δικαιοσύνης, εις την πτώση της Νέας Δημοκρατίας και ούτω καθ’ εξής περί της κομματικήρς ρητορικής..

Το «δια ταύτα» είναι η ακριβοδαίκη και απροσωπόληπτη άμεση απονομή της δικαιοσύνης δια την ανακούφιση των αδικαίωτων αυτών αθώων ψυχών και η σωφρονιστική και ουχί εκδικιτική τιμωρία των αποδεδειγμένως ενόχων, ούτως ώστε να επέλθει η πλήρης κάθαρση και όπως επιτέλεους λυτρωθούν εκ βαθέων οι λαβωμένεως, επί δύο συναπτά έτη ψυχές οι οποίες προσδοκούν την ιδική τους ανακούφιση και ηθική ανάνηψη.

Εν τούτοις όμως ίνα επιτευχθεί αυτό, απαιτεί αναστοχασμός, δια την, εν τοις πράγμασι, λειτουργική ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, ως προς όλες τις κατευθύνσεις, ρηξικέλευθες τομές με κατατεινόμενο στόχο την επανίδρυση του Κράτους, δια της εκθεμελιώσεως των διεφθαρμένων υποδομών και την ανοικοδόμηση καινοφανών, με εντιμότητα και σταθερότητα, ούτως ώστε, εξ αφορμής το τραγικό αυτό δυστύχημα των Τεμπών, να τεθεί, μετ’ αδιστάκτου βεβαιότητας, ταφόπλακα τουτεντεύθεν, εις το παρελθόν, με την αμοιβαία συνδρομή, ευρεία συναίνεση απάντων των κομμάτων.

Εν κατακλείδι, η πόλωση, η εμπρηστική διχοστασία και η κομματική εκμετάλλευση των θεσμών του Κράτους της Δημοκρατικής μας Πολιτείας, άγει προς αδιέξοδο, ως εκ τούτου, οφείλουμε να επενδύσουμε εις το μέλλον με γόνιμο όραμα, αγαθά ελατήρια και να καταστούμε αμείλικτοι, ως προς την ασφαλή και εύρυθμη λειτουργία των θεσμών, οικδομώντας ως κοινή συνισταμένη, την θεμελιώδη προάσπιση της διαχρονικώς ύπατης αξίας της ανθρωπίνης Ζωής, νυν και εις το διηνεκές.

Χαράλαμπος Β Κατσιβαρδάς
Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω και Σ.τ.Ε
Ανεξάρτητος Βουλευτής

Κύλιση στην κορυφή