Την επαναφορά του 13ου και του 14ου μισθού στο Δημόσιο διεκδικεί η ΑΔΕΔΥ, θεωρώντας το ζήτημα αυτό ιδιαίτερα κρίσιμο για τη διασφάλιση αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης για τους δημοσίους υπαλλήλους. Στο πλαίσιο αυτό, η Εκτελεστική Επιτροπή της ΑΔΕΔΥ, με αφορμή την πρότυπη δίκη, που θα διεξαχθεί στο ΣτΕ για το θέμα αυτό, κήρυξε πανελλαδική στάση εργασίας την Παρασκευή 6 Ιουνίου 2025, από την έναρξη του ωραρίου έως τις 11:00 π.μ. και καλεί τους εργαζόμενους του λεκανοπεδίου στο Δημόσιο να δώσουν το «παρών» στη συγκέντρωση διαμαρτυρίας, η οποία θα γίνει έξω από το ΣτΕ, στις 9:30 π.μ.
Από τη στάση εργασίας εξαιρούνται οι καθηγητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και οι διοικητικοί υπάλληλοι του υπουργείου Παιδείας, που εμπλέκονται στις Πανελλήνιες Εξετάσεις, καθώς και όλοι οι δικαστικοί υπάλληλοι. Κατά τη διάρκεια σημερινής συνέντευξης Τύπου, ο προεδρεύων της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΑΔΕΔΥ, Βασίλης Πολυμερόπουλος, ανέφερε ότι η επαναφορά των Δώρων είναι ένα ουσιαστικό μέτρο, που θα επιφέρει σημαντική αύξηση στις οικονομικές απολαβές και θα αποκαταστήσει μία αδικία, καθώς, όπως είπε, «δεν είναι δυνατόν στην ίδια επικράτεια οι μισοί εργαζόμενοι να λαμβάνουν 12 μισθούς και οι άλλοι μισοί να λαμβάνουν 14 μισθούς».
Σύμφωνα με τον κ. Πολυμερόπουλο, αυτό δεν αποτελεί μομφή προς τον ιδιωτικό τομέα, ο οποίος πράγματι έχει βιώσει μεγάλες δυσκολίες, αλλά ανάγκη για ίση και δίκαιη μεταχείριση. Όπως σημείωσε, «οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο δεν έλαβαν καμία ουσιαστική αύξηση εδώ και 15 χρόνια, παρά μόνο μία μικρή αύξηση της τάξης των 100 ευρώ μικτά (65-70 ευρώ καθαρά) τα τελευταία δύο χρόνια». Με βάση τη θέση που διατύπωσε ο κ. Πολυμερόπουλος, αυτή η αύξηση δεν επαρκεί για να καλύψει τις σύγχρονες ανάγκες διαβίωσης, όπως είναι για παράδειγμα το κόστος στέγασης. Μάλιστα, τόνισε ότι η επαναφορά του 13ου και του 14ου μισθού είναι αναγκαία προϋπόθεση για ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, αλλά και για τη σύγκλιση με τον ευρωπαϊκό μέσο μισθό.
Αναλύοντας τους λόγους για τους οποίους η ΑΔΕΔΥ απαιτεί την επαναφορά των Δώρων, ο κ. Πολυμερόπουλος εξήγησε ότι οι οικονομικές συνθήκες του σήμερα δεν έχουν καμία σχέση με εκείνες που επικρατούσαν την περίοδο από το 2010 έως 2012, καθώς, «πλέον, η Ελλάδα καταγράφει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, η ανεργία έχει μειωθεί κάτω από 10% και τα δημοσιονομικά πλεονάσματα υπερβαίνουν τα προϋπολογισθέντα».
Παράλληλα, κατά την άποψη την οποία εξέφρασε, η επαναφορά του 13ου και του 14ου μισθού θα ωφελήσει και την οικονομία στο σύνολό της, με δεδομένο ότι δίνονται σε τρεις χρονικές περιόδους (Χριστούγεννα, Πάσχα και το διάστημα των καλοκαιρινών αδειών) με αυξημένες καταναλωτικές ανάγκες, ενισχύοντας έτσι την αγοραστική δύναμη και διοχετεύοντας ρευστότητα στην αγορά. Όπως διευκρίνισε, είναι χρήματα που επιστρέφουν στην κοινωνία και την ενισχύουν. Κλείνοντας την τοποθέτησή του, ο κ. Πολυμερόπουλος δήλωσε ότι η ΑΔΕΔΥ ζητά από την κυβέρνηση να επαναφέρει με πολιτική απόφαση τον 13ο και τον 14ο μισθό.
Από την πλευρά του, ο Δημήτρης Μπράτης, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΑΔΕΔΥ, χαρακτήρισε «ζήτημα τιμής» την επιστροφή των Δώρων, καθώς ήταν αποτέλεσμα των αγώνων των εργαζομένων και αποτελούν ιστορική κατάκτηση. «Η περικοπή τους ήταν ένα προσωρινό μέτρο, τώρα, όμως, που η Ελλάδα επέστρεψε στην κανονικότητα έπρεπε να έχουν ήδη επανέλθει» σχολίασε ο κ. Μπράτης.
Τέλος, όπως διαβεβαίωσαν όλα τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΑΔΕΔΥ που συμμετείχαν στη σημερινή συνέντευξη Τύπου, ανεξάρτητα από τη δικαστική απόφαση, η ΑΔΕΔΥ θα συνεχίσει τον αγώνα της και θεωρεί ότι τα αιτήματά της είναι ρεαλιστικά και υλοποιήσιμα.
Ανδρουλάκης: Θεωρούμε ότι πια έχουν ωριμάσει τα πράγματα για τον 13ο και 14ο μισθό
Με την Εκτελεστική Επιτροπή της ΑΔΕΔΥ συναντήθηκε το μεσημέρι της Τετάρτης ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, Νίκος Ανδρουλάκης. «Το ΠΑΣΟΚ, εδώ και μήνες, έχει ανοίξει τη συζήτηση για τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η δημόσια διοίκηση. Το αμέσως επόμενο διάστημα, θα παρουσιάσω μια συνολική πρόταση για το κράτος και το πώς αυτό θα προσφέρει υπηρεσίες υψηλής ποιότητας στον πολίτη και δεν θα καταλήγει να είναι κράτος-λάφυρο στα χέρια του εκάστοτε κυβερνώντα, όπως συμβαίνει σήμερα» σημείωσε αρχικά ο κ. Ανδρουλάκης.
Και ως προς τη συζήτηση από πλευράς κυβέρνησης περί κατάργησης της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων, ο κ. Ανδρουλάκης τόνισε: «Θεωρούμε υποκριτική τη συζήτηση που άνοιξε ο Πρωθυπουργός για το Σύνταγμα, διότι δεν τον εμποδίζει το Σύνταγμα να κάνει κάποιες σημαντικές αλλαγές. Διότι δεν τον οδήγησε το Σύνταγμα να μην υπάρχει αξιολόγηση και να μην εφαρμόζονται οι νόμοι που ο ίδιος έχει ψηφίσει. Ούτε το Σύνταγμα ευθύνεται για το ότι η σημερινή κυβέρνηση έχει το ρεκόρ μετακλητών υπαλλήλων».
«Η μονιμότητα -όπως είναι στο Σύνταγμα της Γερμανίας, σε νόμους στη Γαλλία και σε άλλα κράτη- περιφρουρεί τη νομιμότητα των αποφάσεων των δημοσίων υπαλλήλων απέναντι σε όποια παρέμβαση μπορεί να γίνει από ισχυρά πολιτικά κέντρα ή οικονομικά συμφέροντα. Και τώρα, που μιλάμε, υπάρχει η δυνατότητα να απολυθεί ένας δημόσιος υπάλληλος. Άλλωστε έχουν απολυθεί γύρω στους 1.800, επειδή έχουν κριθεί επίορκοι ή ακατάλληλοι, από το 2018», πρόσθεσε.
Αναπτύσσοντας τις προτάσεις του ΠΑΣΟΚ, σημείωσε: «Θεωρούμε ότι η αξιολόγηση πρέπει να είναι κίνητρο για τον δημόσιο υπάλληλο. Πρέπει να υπάρχει αξιολόγηση και να είναι κίνητρο για να γίνεται καλύτερος και να προσφέρει καλύτερες υπηρεσίες προς τον πολίτη. Θεωρούμε ότι πια έχουν ωριμάσει τα πράγματα για τον 13ο και 14ο μισθό, με αφετηρία το 13ο. Επίσης, πρέπει να τελειώσει η ιστορία με τους μετακλητούς που γίνονται προϊστάμενοι, η οποία επί της ουσίας δημιουργεί μια αναξιοκρατία στη δημόσια διοίκηση. Να υπάρχουν αξιοκρατικές προαγωγές με πλήρη αξιολόγηση. Βεβαίως, σημαντικό είναι η αναβάθμιση του ΑΣΕΠ. Με το ΑΣΕΠ υπάρχουν προβλήματα που πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε.
Κλείνοντας, πιστεύουμε επίσης ότι η επιλογή των διοικήσεων και των προϊσταμένων πρέπει να γίνεται με αξιοκρατία. Σήμερα, ένα μεγάλο κομμάτι είναι οι επιλογές του εκάστοτε υπουργού. Αυτή είναι μια τελείως διαφορετική προσέγγιση από αυτή που έχει η σημερινή κυβέρνηση. Και πρέπει με ένα τρόπο ήπιο, σοβαρό, να προσεγγίσουμε όλες τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η δημόσια διοίκηση και το κράτος και όχι με ένα μανιχαϊστικό τρόπο, που εν τέλει δεν θα φέρει καμία αλλαγή, αλλά θα υπονομεύσει ένα σοβαρό δημόσιο διάλογο».
Στη συνάντηση μετείχαν εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ ο Γραμματέας της Κ.Ο. Δημήτρης Μπιάγκης, ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος Παύλος Χρηστίδης, ο Γραμματέας του Τομέα Δημόσιας Διοίκησης Πάνος Βλάχος, η αναπληρώτρια Γραμματέας Έφη Στεφοπούλου, ο Εκπρόσωπος Τύπου Κώστας Τσουκαλάς και ο διευθυντής της Κ.Ο. Γιάννης Κουτσούκος.