Με άρθρο – παρέμβασή του στην εφημερίδα «ΤΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ» ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, δίνει το ξεκάθαρο στίγμα των ευρωεκλογών και τοποθετείται για όλα τα κρίσιμα ζητήματα που απασχολούν τους Έλληνες και τους Ευρωπαίους πολίτες.
Ακολουθεί ολόκληρο το άρθρο του Κυριάκου Μητσοτάκη:
H κάλπη της 9ης Ιουνίου είναι ένα σημαντικό ορόσημο για την Ελλάδα και την Ευρώπη καθώς οι εθνικές προτεραιότητες διασταυρώνονται με τα κοινοτικά στοιχήματα σε πολλά και παράλληλα μέτωπα: απ’ την ανάγκη χάραξης μιας πιο ευέλικτης αγροτικής πολιτικής και μιας αποτελεσματικής δράσης στο Μεταναστευτικό, μέχρι την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και την οικοδόμηση μιας ενιαίας αμυντικής ασπίδας που θα αφορά συνολικά την ήπειρό μας.
Γι’ αυτούς τους στόχους μιλά, σήμερα, μόνο η Νέα Δημοκρατία απέναντι στη σιωπή της αντιπολίτευσης. Η παράταξη που έβαλε την Ελλάδα στην ευρωπαϊκή οικογένεια και την κράτησε εκεί όταν κινδύνευσε. Αλλά και το κόμμα που, μετά το 2019, από τη θέση του ουραγού την έκανε πρωταγωνιστή μεταξύ των «27». Ωστε να ζητεί, τώρα, η φωνή της να δυναμώσει στο Ευρωκοινοβούλιο, προκειμένου όχι μόνο να διεκδικήσει τα ελληνικά αιτήματα, αλλά και να συνδιαμορφώσει την Ευρώπη του 2030.
Η Νέα Δημοκρατία, άλλωστε, έχει δώσει δείγματα αποτελεσματικότητας και εθνικής συνέπειας: καθιέρωσε τα σύνορά μας στον Εβρο ως ανατολικά όρια της Ενωσης μετά τις μεταναστευτικές εισβολές του 2020. Στα χρόνια της πανδημίας πρωτοστάτησε για το Πράσινο Ευρωπαϊκό Πιστοποιητικό. Αργότερα, όταν ξέσπασε η ενεργειακή κρίση, εισηγήθηκε και πέτυχε να τεθεί πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου. Ενώ πέτυχε και έφερε στην Ελλάδα 36 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης που επίσης πρότεινε.
Οι φετινές ευρωεκλογές, συνεπώς, έχουν σημασία ευρωπαϊκή όσο και ελληνική. Γιατί η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική σημαίνει περισσότερους πόρους για τους αγρότες μας. Η ανταγωνιστικότητα στην Ενιαία Οικονομία συνεπάγεται τόνωση και της εγχώριας ανάπτυξης. Η Ευρωπαϊκή Αυτονομία σηματοδοτεί την ελάφρυνσή μας από μέρος των αμυντικών δαπανών. Οπως και η ρύθμιση των αθέμιτων πρακτικών των πολυεθνικών, που πρόσφατα ζήτησα από την Επιτροπή, οδηγεί στο χτύπημα της ακρίβειας.
Ταυτόχρονα, ωστόσο, στις κάλπες αυτές θα δοκιμαστεί και η απρόσκοπτη συνέχεια της εσωτερικής πολιτικής ζωής, αφού η αντιπολίτευση τις αναδεικνύει ήδη σε κάλπες «δημοψηφίσματος». Δεν είναι τυχαίο, μάλιστα, ότι στην προεκλογική αντιπαράθεση επανέρχονται οι ψεύτικες υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα. Οι παροχές από τα παλαιά «λεφτόδεντρα» που κρύβουν είτε νέους φόρους είτε επιστροφή στα μνημόνια. Αλλά και η τοξικότητα κάτω από την ομπρέλα του συνθήματος για «ανατροπή».
Ανατροπή, άραγε, ποιων δεδομένων; Της διαρκούς ανάπτυξης και σταθερής μείωσης της ανεργίας; Των μόνιμων αυξήσεων σε μισθούς, σε συντάξεις και επιδόματα; Της συνεχούς ανόδου των εξαγωγών και του τουρισμού; Ή, μήπως, της αναβάθμισης των νοσοκομείων και των Κέντρων Υγείας της χώρας που είναι σε εξέλιξη; Των μεγάλων έργων σε όλη την επικράτεια; Του Ψηφιακού Σχολείου και Φροντιστηρίου που ξεκινά; Και των εξοπλιστικών προγραμμάτων που προχωρούν κανονικά;
Εκτός αν οι αντίπαλοί μας ζητούν ν’ ανατραπεί η πολιτική της «νομιμότητας παντού». Να γυρίσει, δηλαδή, η βία στα γήπεδα. Χωρίς κάμερες, ψηφιακό εισιτήριο και ποινές στους χούλιγκαν. Να καταργηθεί το panic button και η προστασία των γυναικών. Ή τα μέτρα κατά του bullying στα σχολεία. Οι βαριοπούλες και οι μολότοφ να πάρουν ξανά το πάνω χέρι στα πανεπιστήμια. Αλλά και να σταματήσουν οι έλεγχοι παντού: από τα καταστήματα και τους δρόμους μέχρι τις παραλίες…
Στις 9 Ιουνίου, λοιπόν, οι πολίτες καλούνται να απαντήσουν και αν θέλουν η χώρα να μείνει στην τροχιά προόδου που ήδη ακολουθεί. Ή αν θα επιτρέψουν να αναβιώσουν ξανά αβέβαιοι πειραματισμοί και περιπέτειες που πληρώσαμε ακριβά. Γι’ αυτό και η ψήφος τους είναι κρίσιμη, καθώς μία ακόμη φορά οι κάλπες θα είναι άδειες και όλα θα μετρηθούν εξαρχής. Μακριά από την αδράνεια της αποχής και την επιπόλαιη τάχα μοναχική «διαμαρτυρία» που μπορεί να φέρει, τελικά, τη συλλογική απελπισία.
Οπως η Ελλάδα του 2024 είναι πολύ καλύτερη από εκείνη του 2019, έτσι μπορούμε να κάνουμε την Ελλάδα του 2027 πολύ καλύτερη από τη σημερινή. Σε μία πατρίδα στην οποία έγιναν πολλά και μένουν να γίνουν περισσότερα. Κλείνοντας οριστικά την πόρτα στη δημαγωγία και κρατώντας ανοιχτό το παράθυρο στην ελπίδα. Μειώνοντας τα λάθη μας και αυξάνοντας τις προσπάθειές μας. Ωστε η 9η Ιουνίου να γίνει νέα αφετηρία στον δρόμο που θα οδηγεί τη χώρα «σταθερά, πιο κοντά στην Ευρώπη».