Της Αλεξίας Χαρακίδα
Η πρόσφατη τραγωδία στα Βορίζια της Κρήτης ανέδειξε, για ακόμη μια φορά, ένα φαινόμενο που βαθαίνει τις ρίζες του στη συλλογική ψυχοσύνθεση και στις παθογένειες της ελληνικής περιφέρειας: τη βεντέτα, την αντεκδίκηση και τη σιωπηρή αποδοχή μορφών αυτοδικίας. Η επανάληψη τέτοιων περιστατικών αποκαλύπτει ότι το κράτος δικαίου, αν και θεσμικά κατοχυρωμένο, παραμένει εύθραυστο σε περιοχές όπου η κοινωνική συνοχή στηρίζεται περισσότερο σε άγραφους τοπικούς κώδικες τιμής παρά στην έννομη τάξη.
Η αντεκδίκηση, ως μηχανισμός «αποκατάστασης» της τιμής μέσω βίας, συνιστά εξ ορισμού άρνηση της κρατικής δικαιοδοσίας. Στο πεδίο του ποινικού δικαίου, τέτοιες πράξεις εντάσσονται στα εγκλήματα κατά της ζωής (άρθρο 299 ΠΚ — ανθρωποκτονία από πρόθεση) ή κατά της σωματικής ακεραιότητας (άρθρα 308 επ. ΠΚ), ενώ η οπλοφορία και οπλοχρησία ρυθμίζονται από τον Ν. 2168/1993. Ωστόσο, η αυστηρότητα των ποινικών διατάξεων αποδεικνύεται ανεπαρκής όταν η κοινωνική αποδοχή της βίας λειτουργεί ως μορφή νομιμοποίησης. Η αντεκδίκηση, στην πράξη, συνιστά μορφή ιδιωτικής απονομής δικαιοσύνης, καταλύοντας την αρχή του μονοπωλίου της κρατικής βίας και πλήττοντας θεμελιωδώς την έννοια του κράτους δικαίου (άρθρο 25 §1 Συντάγματος).
Το ζήτημα της οπλοκατοχής στις αγροτικές περιοχές της Ελλάδας και ιδίως στην Κρήτη δεν μπορεί να εξεταστεί μόνο ποινικά. Πρόκειται για ένα σύνθετο κοινωνικό φαινόμενο που εμπλέκει ιστορικούς, πολιτισμικούς και ψυχολογικούς παράγοντες. Η κατοχή όπλων συχνά δεν συνδέεται με εγκληματική πρόθεση, αλλά με την αντίληψη περί αυτοπροστασίας και τιμής. Ωστόσο, η ανεξέλεγκτη κυκλοφορία όπλων δημιουργεί ένα περιβάλλον όπου η κλιμάκωση μιας απλής διαφοράς μπορεί να οδηγήσει σε αιματοχυσία. Το γεγονός αυτό αναδεικνύει την ανάγκη όχι μόνο για αυστηρότερη επιβολή των νόμων περί οπλοκατοχής, αλλά και για ουσιαστικές πολιτικές πρόληψης και εκπαίδευσης.
Η τοπική αυτοδικία, ως πρακτική άσκησης ιδιωτικής εξουσίας, θέτει σε δοκιμασία την αρχή της ισότητας ενώπιον του νόμου (άρθρο 4 Συντάγματος) και υπονομεύει την εμπιστοσύνη των πολιτών στη δικαιοσύνη. Όταν η απονομή δικαίου μετατίθεται από τους θεσμούς στα χέρια των πολιτών, δημιουργείται μια παράλληλη «νομιμότητα» που βασίζεται στο συναίσθημα και όχι στον νόμο. Η ελληνική έννομη τάξη προβλέπει επαρκή εργαλεία για την αποτροπή τέτοιων φαινομένων· το πρόβλημα, όμως, έγκειται στην εφαρμογή τους και στην απουσία αποτελεσματικών μηχανισμών πρόληψης και κοινωνικής διαμεσολάβησης.
Η πολιτεία οφείλει να αναγνωρίσει ότι η αντεκδίκηση δεν είναι απλώς ποινικό αδίκημα, αλλά κοινωνική παθογένεια. Η αντιμετώπισή της απαιτεί συνδυασμό νομικών, εκπαιδευτικών και κοινωνικών παρεμβάσεων:
- Ενίσχυση της παρουσίας των διωκτικών αρχών στις τοπικές κοινωνίες, όχι μόνο κατασταλτικά, αλλά και προληπτικά.
- Προγράμματα εκπαίδευσης και ενημέρωσης που θα καλλιεργούν κουλτούρα δικαίου και ειρηνικής επίλυσης διαφορών.
- Ενίσχυση του ρόλου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην πρόληψη βίας και στη στήριξη θυμάτων.
- Νομοθετική πρόβλεψη επιβαρυντικών περιστάσεων όταν εγκλήματα τελούνται στο πλαίσιο οικογενειακών ή τοπικών αντεκδικήσεων.
- Ανάπτυξη θεσμών διαμεσολάβησης και κοινωνικής συμφιλίωσης, υπό δικαστική ή δημοτική εποπτεία.
Η ελληνική δημοκρατία δεν μπορεί να ανεχθεί νησίδες όπου ο νόμος υποκαθίσταται από το «έθιμο» και η τιμή επιβάλλεται με το όπλο. Η ύπαρξη τέτοιων φαινομένων δεν υποδηλώνει μόνο αδυναμία επιβολής της τάξης, αλλά διαβρώνει την ίδια την ηθική υπόσταση του κράτους δικαίου. Η δικαιοσύνη πρέπει να παραμείνει το μοναδικό πεδίο απονομής του δικαίου διαφορετικά, το κοινωνικό συμβόλαιο που μας ενώνει μετατρέπεται σε εύθραυστο χαρτί.
Η υπόθεση των Βοριζίων δεν είναι απλώς μια ακόμη ποινική δικογραφία είναι καθρέφτης μιας βαθύτερης κοινωνικής ανισορροπίας που απαιτεί πολιτική βούληση, θεσμική αυστηρότητα και πολιτισμική αλλαγή. Η αληθινή ισχύς του κράτους δεν βρίσκεται στην καταστολή, αλλά στην εμπέδωση της εμπιστοσύνης ότι ο νόμος προστατεύει όλους, παντού και πάντα χωρίς φόβο, χωρίς εξαίρεση.
H Αλεξία Χαρακίδα έχει σπουδάσει Πολιτική Επιστήμη και Κοινωνική Διοίκηση ΔΠΘ, ΠΜΣ Δημοσιογραφία και Νέα Μέσα ΕΚΠΑ, ΠΜΣ Δημόσιο Δίκαιο και Δημόσια Πολιτική ΕΚΠΑ και είναι Υποψήφια Διδάκτωρ Νομικής Αθηνών.











