Γραφείο Πρωθυπουργού Μητσοτάκης Ερντογάν

Καθοριστική συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στις ΗΠΑ: Τι διακυβεύεται και τι μπορεί να προκύψει

Η Αθήνα επιδιώκει να διατηρήσει τις εύθραυστες ισορροπίες στο Αιγαίο, παρότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βρίσκονται σε συνεχή ένταση. Η τουρκική πλευρά προβάλλει όλο και περισσότερο τις διεκδικήσεις της, ενώ η Ελλάδα αντιδρά με ενίσχυση της άμυνάς της και υπεράσπιση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων.

Το τετ α τετ του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στη Νέα Υόρκη, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, θεωρείται δύσκολο αλλά κρίσιμο. Η ένταση έχει ενισχυθεί και από το ευρύτερο γεωπολιτικό περιβάλλον, ειδικά λόγω της κρίσης στη Γάζα, με την Τουρκία να υιοθετεί ακραία ρητορική κατά του Ισραήλ και όσων διατηρούν σχέσεις μαζί του.

Η συνάντηση των δύο ηγετών ήταν αβέβαιη μέχρι τέλους, εξαιτίας του περιορισμένου χρονικού περιθωρίου της παρουσίας τους στη Νέα Υόρκη (23-24 Σεπτεμβρίου) και του φορτωμένου τους προγράμματος.

Στόχος της Αθήνας στη δύσκολη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ταγίπ Ερντογάν, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, είναι η διατήρηση ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας και η συνέχιση ενός ειλικρινούς διαλόγου χωρίς, ωστόσο, να τεθούν υπό αμφισβήτηση βασικές αρχές και πάγιες ελληνικές θέσεις. Η ελληνική πλευρά προσέρχεται με αυτοπεποίθηση, έχοντας σταθερά ως θεμέλιο το Διεθνές Δίκαιο.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, σε πρόσφατη συνέντευξή του στον Νίκο Χατζηνικολάου, ξεκαθάρισε πως η Ελλάδα δεν πρόκειται ποτέ να συζητήσει θέματα αφοπλισμού των νησιών, «γκρίζων ζωνών» ή κυριαρχίας. Όπως τόνισε χαρακτηριστικά, όσο η Άγκυρα επιμένει να φέρνει τέτοιου είδους ζητήματα στο τραπέζι, τόσο απομακρύνεται η δυνατότητα επίλυσης της πραγματικής διαφοράς μεταξύ των δύο χωρών: της οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών, δηλαδή ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας.

Οι βασικοί άξονες της συνάντησης

Η ατζέντα της συζήτησης αναμένεται να κινηθεί γύρω από τέσσερις βασικούς πυλώνες:

  1. Τις διμερείς ελληνοτουρκικές σχέσεις και τον καθορισμό ημερομηνίας για το επόμενο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας.
  2. Το Κυπριακό ζήτημα.
  3. Τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, και ειδικά το Παλαιστινιακό.
  4. Το διεθνές και περιφερειακό κλίμα ασφαλείας.

Από την πλευρά της Άγκυρας δεν αναμένονται ουσιαστικές αλλαγές πλεύσης, ούτε υποχωρήσεις από τις γνωστές αναθεωρητικές θέσεις. Ωστόσο, εκτιμάται ότι ο Ταγίπ Ερντογάν θα επιλέξει μια πιο συγκρατημένη στάση, τουλάχιστον σε επίπεδο ρητορικής, ενόψει της κρίσιμης συνάντησής του με τον Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, η πρώτη του επίσκεψη εκεί μετά από 7 χρόνια.

Οι γεωπολιτικές εξελίξεις και το παρασκήνιο

Η συνάντηση των δύο ηγετών πραγματοποιείται σε ένα σαφώς βαρύτερο κλίμα σε σχέση με την τελευταία τους επαφή τον Ιούλιο του 2024, όταν το κλίμα ήταν πιο θετικό. Έκτοτε, έχουν προκύψει μια σειρά από γεγονότα που έχουν επιβαρύνει τις σχέσεις, μεταξύ αυτών και η επίσημη είσοδος της αμερικανικής Chevron σε έρευνες νοτίως της Κρήτης, σε περιοχές που τέμνονται με τις προβλέψεις του τουρκολιβυκού μνημονίου. Επίσης, η ανακοίνωση των ελληνικών σχεδίων για Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό και δημιουργία θαλάσσιων πάρκων ενισχύει την ένταση με την Άγκυρα.

Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και οι πρόσφατες δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι η Ελλάδα θα μπλοκάρει τη συμμετοχή της Τουρκίας στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα SAFE, όσο το τουρκικό κοινοβούλιο δεν αίρει το casus belli έναντι της Ελλάδας.

Η σύνθεση των αντιπροσωπειών

Τον Έλληνα πρωθυπουργό θα πλαισιώνουν στη συνάντηση ο Υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, και ο επικεφαλής του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού, πρέσβης Μίλτων Νικολαΐδης. Από τουρκικής πλευράς, τον Ταγίπ Ερντογάν θα συνοδεύσουν ο Υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν και ο διπλωματικός του σύμβουλος Ακίφ Τσαγατάι Κιλίτς.

Στο επίκεντρο η Ουάσιγκτον

Το ενδιαφέρον, πάντως, μετά τη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, αναμένεται να μεταφερθεί στη συνάντηση του Τούρκου προέδρου με τον Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, την Πέμπτη. Η Άγκυρα φέρεται να στοχεύει σε σημαντικές αμερικανοτουρκικές συμφωνίες μεταξύ αυτών και η αγορά δεκάδων επιβατικών αεροσκαφών Boeing, αλλά και το «ξεκλείδωμα» της επιστροφής της Τουρκίας στο πρόγραμμα των μαχητικών F-35, από το οποίο είχε αποκλειστεί τα προηγούμενα χρόνια λόγω της αγοράς του ρωσικού συστήματος S-400.

Κύλιση στην κορυφή