Η Γαλλία παραμένει σε κατάσταση έντονης πολιτικής αναταραχής, καθώς προετοιμάζεται για μια από τις μεγαλύτερες απεργιακές κινητοποιήσεις των τελευταίων χρόνων. Τα συνδικάτα, που σπάνια συμμαχούν, έχουν ενώσει τις δυνάμεις τους με στόχο να ασκήσουν πίεση στον νέο πρωθυπουργό Σεμπαστιέν Λεκορνί, ζητώντας την αναθεώρηση των προγραμματισμένων περικοπών στον κρατικό προϋπολογισμό και τη λήψη μέτρων για τη βελτίωση των μισθών, των συντάξεων και της κατάστασης στις δημόσιες υπηρεσίες.
Οι αρχές της χώρας εκτιμούν ότι περίπου 800.000 πολίτες θα συμμετάσχουν σε πορείες διαμαρτυρίας σε όλη τη Γαλλία, με σημαντικές επιπτώσεις στη λειτουργία των σχολείων, των σιδηροδρόμων και των αερομεταφορών. Για την αντιμετώπιση των κινητοποιήσεων, έχει κινητοποιηθεί μεγάλος αριθμός αστυνομικών, φτάνοντας έως και τους 80.000 σε όλη τη χώρα.
Ήδη από το πρωί παρατηρούνται αποκλεισμοί σε βασικές υποδομές, όπως αμαξοστάσια λεωφορείων στο Παρίσι και στη βόρεια Γαλλία, καθώς και σε σχολεία της γαλλικής πρωτεύουσας και της Αμιέν. Παράλληλα, οι σιδηροδρομικές μεταφορές παρουσιάζουν σοβαρά προβλήματα, ενώ συνολικά έχουν προγραμματιστεί 250 πορείες σε εθνικό επίπεδο. Η σημερινή ημέρα αναμένεται να αποτελέσει τη μεγαλύτερη ημέρα διαδηλώσεων από το 2023, όταν χιλιάδες πολίτες είχαν βγει στους δρόμους διαμαρτυρόμενοι για την αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης στα 64 χρόνια, μέτρο που πέρασε χωρίς την έγκριση του κοινοβουλίου.
Η όλη κατάσταση εκτυλίσσεται σε μία περίοδο βαριάς πολιτικής κρίσης για τη χώρα. Μόλις την προηγούμενη εβδομάδα, ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν διόρισε τον Σεμπαστιέν Λεκορνί ως τον τρίτο πρωθυπουργό μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο, αντικαθιστώντας τον Φρανσουά Μπαϊρού που αποπέμφθηκε από τη βουλή μετά από έντονες διαφωνίες σχετικά με τον προϋπολογισμό.
Ο Λεκορνί, που έχει υπηρετήσει στο παρελθόν ως υπουργός Άμυνας στις προηγούμενες κυβερνήσεις, ξεκίνησε τη θητεία του με πολύ χαμηλά ποσοστά δημοτικότητας και αντιμετωπίζει δυσκολίες να πείσει τα πολιτικά κόμματα ότι προωθεί κάτι ουσιαστικά καινοτόμο, παρά τις δημόσιες υποσχέσεις του για «βαθιά ρήξη» με το παρελθόν.
Μία από τις πρώτες κινήσεις του πρωθυπουργού ήταν να ανακοινώσει ότι θα αποσύρει την πρόταση του προκατόχου του για κατάργηση δύο αργιών, ωστόσο αυτή η υποχώρηση δεν ικανοποιεί τα συνδικάτα, τα οποία ανησυχούν ότι το συνολικό σχέδιο περικοπών ύψους 44 δισεκατομμυρίων ευρώ, που περιλαμβάνει μέτρα όπως το πάγωμα των κοινωνικών παροχών, μπορεί να παραμείνει σε ισχύ.
Ο χρόνος πιέζει τον Λεκορνί, ο οποίος έχει μόλις λίγες εβδομάδες για να παρουσιάσει τον νέο προϋπολογισμό και να σχηματίσει κυβέρνηση μειοψηφίας. Αυτό σημαίνει πως πρέπει να πείσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης να αποφύγουν την κατάθεση πρότασης μομφής εναντίον του.
Προκειμένου να διασφαλίσει μια σχετική σταθερότητα, ο πρωθυπουργός συναντήθηκε με τα κόμματα της αντιπολίτευσης και επιδιώκει ένα «σύμφωνο μη επίθεσης» ώστε να αποτραπεί νέα κυβερνητική κρίση. Παρά την προσπάθεια αυτή, το Σοσιαλιστικό Κόμμα ζητά την άμεση διακοπή των σκληρών περικοπών και απαιτεί δίκαιη κατανομή των βαρών, με μεγαλύτερες εισφορές από τους πλουσιότερους.
Την ίδια στιγμή, η ηγέτιδα του ακροδεξιού κόμματος Εθνικός Συναγερμός, Μαρίν Λεπέν, προειδοποιεί ότι αν ο Λεκορνί συνεχίσει την υφιστάμενη πολιτική, η κυβέρνηση θα καταρρεύσει.
Παρά τις εσωτερικές δυσκολίες, η Γαλλία δέχεται εξωτερικές πιέσεις για τη μείωση του δημοσιονομικού της ελλείμματος και του χρέους της, που φτάνει το 114% του ΑΕΠ. Ενδεικτικό της ανησυχίας για την πολιτική και οικονομική κατάσταση της χώρας ήταν η πρόσφατη υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Γαλλίας από τον οίκο αξιολόγησης Fitch Ratings, που επικαλείται την πολιτική αστάθεια ως κύριο λόγο για την κίνηση αυτή.
Σε αυτό το σκηνικό, η Γαλλία αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις τόσο στο εσωτερικό της πολιτικό πεδίο όσο και στην οικονομία της, με τις κοινωνικές εντάσεις να παραμένουν υψηλές και το μέλλον να παραμένει αβέβαιο.